
Πότε και πως ήρθατε για πρώτη φορά σε επαφή με την μουσική;
Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου στο σπίτι υπήρχε μια κιθάρα και ένα αρμόνιο και πειραματιζόμουν με τους ήχους. Στα νήπια πλέον ξεκίνησα να πηγαίνω στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας, όπου σε ηλικία 6 ετών άρχισα και τα μαθήματα πιάνου. Νομίζω ότι τότε μου είχε αρέσει το πιάνο επειδή μπορούσα να παίζω εύκολα πολύ δυνατά. Οι γονείς μου δεν είναι μουσικοί, αλλά ενθάρρυναν την ενασχόληση με την μουσική.
Ποιος ή τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με την μουσική επαγγελματικά;
Θυμάμαι πως ενώ είχα ξεκινήσει με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να πηγαίνω στο Ωδείο, κάπου όμως στην συνέχεια το έχασα. Στα 12 ξεκίνησα και κλασική κιθάρα παράλληλα με το πιάνο και παραλίγο να σταματήσω τα μαθήματα πιάνου για την κιθάρα. Και κάπου στα 14 έπρεπε να διαβάσω για τις εξετάσεις του πιάνου στις οποίες θα ήταν παρών και ο διευθυντής του Ωδείου. Εκεί με άκουσε ο διευθυντής και πρότεινε να πάρω μέρος την επόμενη χρονιά στον διαγωνισμό πιάνου της Λάρισας.
Η καθηγήτρια μου θυμάμαι να έχει ενδοιασμούς, το οποίο ήταν λογικό μιας και για χρόνια δεν μελετούσα και ένας διαγωνισμός απαιτεί μελέτη και καλή προετοιμασία. Τελικά εκείνη την χρονιά προετοιμάστηκα, πήρα μέρος στον διαγωνισμό και μετά από αυτή τη χρονιά ένιωσα πως θα ήθελα να ασχοληθώ επαγγελματικά με το πιάνο. Πλέον καταλαβαίνω ότι αυτό που με είχε γοητεύσει τότε ήταν ο χρόνος που αφιέρωσα για να δημιουργήσω κάτι.
Πού σπουδάσατε και ποιοι δάσκαλοι σας διαμόρφωσαν;
Αισθάνομαι πολύ τυχερός και ευγνώμων για τους καθηγητές που είχα από μικρή ηλικία, γιατί ο καθένας συνέβαλε καθοριστικά στο ποιος είμαι σήμερα με τον δικό του τρόπο. Αν και όλοι τους διαφορετικοί μεταξύ τους, αυτό που νιώθω πως έχουν κοινό είναι το νοιάξιμο. Πάντα μαζί τους ένιωθα πως κάθε τι που μου έλεγαν ήταν επειδή ενδιαφέρονταν να γίνω καλύτερος και να υπερβώ τον εαυτό μου. Και πάντα τους εκτιμώ πρώτα ως ανθρώπους και στη συνέχεια ως μουσικούς.
Σίγουρα, η καθηγήτρια μου στη Λάρισα, η Στέλλα Ζιώγα-Δέδε, με έκανε τελικά να αγαπήσω το πιάνο δίνοντας μου την ελευθερία να πειραματίζομαι και χωρίς την παρουσία της σίγουρα δεν θα είχα ασχοληθεί επαγγελματικά με το πιάνο. Στη συνέχεια, στα 16 μου, ταξίδευα στη Θεσσαλονίκη για να κάνω μαθήματα με την Δόμνα Ευνουχίδου. Τα μαθήματα μαζί της ήταν προσωπική μου επιλογή καθώς την είχα ακούσει στο Youtube να παίζει κονσέρτο Μότσαρτ και είχα γοητευτεί από την ομορφιά του ήχου της. Μαζί της άρχισα να καταλαβαίνω πόσο σημαντικό είναι να είμαι πιστός στο κείμενο και να ακούω πιο προσεκτικά. Στα 18 μου μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη και εκείνη την περίοδο γνώρισα την Αλεξία Μουζά. Η γνωριμία μαζί της ήταν ίσως το πρώτο μου όνειρο που πραγματοποιήθηκε, καθώς την είχα ακούσει διαδικτυακά στον διαγωνισμό Chopin και είχα σοκαριστεί από την ενέργεια της όταν έπαιζε.
Γνωριστήκαμε σε ένα σεμινάριο της στην Κρήτη και μετά από λίγο ξεκινήσαμε τα μαθήματα. Πιο αραιά στην αρχή και σταδιακά όλο και πιο τακτικά. Μαζί της έχτισα γερές βάσεις τεχνικά αλλά κυρίως με μύησε σε νέους μουσικούς κόσμους. Κάθε φορά που ακουμπούσε το πιάνο στο μάθημα με έκανε να θέλω να διαβάσω όλο και πιο πολύ, ώστε να μπορώ να δημιουργήσω και εγώ κάτι τόσο ωραίο.
Πλέον σπουδάζω στη Λιθουανία, αλλά συνεχίζω και συμβουλεύομαι συχνά την Αλεξία. Με την καθηγήτρια μου στη Λιθουανία, Aleksandra Zvirblytė, δουλεύουμε στο πώς να ακούω όλα τα στοιχεία που υπάρχουν στο μουσικό κείμενο και να ψάχνω πως θέλω να τα αναδείξω.

Έχετε συμμετάσχει σε διαγωνισμούς; Υπήρξε κάποιος από αυτούς που σας ώθησε καθοριστικά στην επαγγελματική σας δραστηριότητα;
Ο διαγωνισμός που καθόρισε την επαγγελματική μου δραστηριότητα είναι σίγουρα το «Ακούμε τους Νέους» στο Καλογεροπούλειο Ίδρυμα Κορίνθου Μου έδωσε την δυνατότητα να παίξω σε ρεσιτάλ, να ηχογραφήσω, να γνωρίσω άλλους μουσικούς και κυρίως να δοκιμάσω το όρια μου. Εκεί συνειδητοποίησα λόγω του προγράμματος στο οποίο έπρεπε να ανταποκριθώ ότι η ξεκούραση είναι εξίσου σημαντική με την μελέτη.
Ποια από τις μέχρι σήμερα εμφανίσεις σας θα σας μείνει αξέχαστη;
Νομίζω πως θα μου μείνει αξέχαστη η συναυλία στην αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, χάρις στον διαγωνισμό «Ακούμε τους Νέους» . Αρχικά, πάντα σκεφτόμουν ότι θα αυτή η στιγμή θα έρθει σε μεγαλύτερη ηλικία. Τελικά, ήρθε νωρίτερα και θυμάμαι πως όταν βγήκα στην σκηνή ένιωσα πως όλο αυτό δεν μπορεί να είναι πραγματικό. Αυτό που μου έμεινε είναι πως κάτι το οποίο προσπαθούσα να το πετύχω, το κατάφερα αλλά μαζί με την χαρά υπήρχε και άγχος.
Ποιο μουσικό όνειρο θα θέλατε να πραγματοποιήσετε;
Θα ήθελα να είχα τη δυνατότητα να γνωρίσω τον Nicholas Angelich και να παίζαμε μαζί. Δυστυχώς απεβίωσε πριν λίγα χρόνια και πλέον αυτό δεν είναι εφικτό. Θυμάμαι τον είχα ακούσει live στο Παρίσι να παίζει Chausson – Κονσέρτο για βιολί, πιάνο και κουαρτέτο εγχόρδων και ήμουν βαθιά συγκινημένος από την ομορφιά και τη γλυκύτητα του ήχου του. Ακόμα ακούω τις ηχογραφήσεις του και λυπάμαι που έφυγε νέος, αλλά αισθάνομαι τυχερός που τον άκουσα από κοντά.
Πως θα προτείνατε να προσεγγίσουμε τους νέους για να ασχοληθούν με την κλασική μουσική;
Αυτό που θα πρότεινα σε όλους μας ανεξαρτήτως ηλικίας είναι να μην χάνουμε την περιέργεια μας όσο μεγαλώνουμε και να δίνουμε στον εαυτό μας τη δυνατότητα να δοκιμάζει καινούργια πράγματα χωρίς να τα απορρίπτουμε εκ των προτέρων. Από την άλλη πλευρά, ως μουσικοί έχουμε χρέος να καταλάβουμε πως υπάρχει η τάση να απαιτούμε από το κοινό να μην παίρνει μέρος ενεργά σε μια συναυλία και να το περιορίζουμε με κανόνες. Για παράδειγμα, πολλές φορές έχω βρεθεί σε συναυλίες που το κοινό χειροκροτάει ενδιάμεσα από τα μέρη ενός έργου και πολλοί τους κάνουν νόημα να σταματήσουν. Όμως, για μένα η συναυλία έχει μια ζωντάνια που δεν πρέπει να περιορίζεται και να μπαίνει σε κουτάκια.

Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει μία/ένας νέος μουσικός στην Ελλάδα και τον κόσμο σήμερα;
Πιστεύω πως ένας νέος μουσικός έχει να αντιμετωπίσει προκλήσεις γιατί έρχεται σε επαφή με νέες εμπειρίες που ακόμα δεν έχει βρει τον τρόπο να τις διαχειριστεί. Παρατηρώντας και τον εαυτό μου τα μαθήματα κυρίως έρχονται από παθήματα. Αυτό μπορεί να έχει ένα ψυχικό κόστος κάποιες φορές, αλλά προσωπικά προτιμώ να βλέπω μέσα από αρνητικές εμπειρίες τι μπορώ να αλλάξω στο μέλλον, ώστε να γίνομαι καλύτερος.
Εκτός από την μουσική, ποιες είναι οι αγαπημένες ασχολίες;
Είναι δύσκολο να βρω ελεύθερο χρόνο εκτός της μουσικής. Σε περιόδους που είμαι πιο χαλαρός γράφω διηγήματα, μου αρέσει να μαγειρεύω για τους φίλους μου και να βλέπω σειρές. Θα ήθελα να έχω πιο πολύ χρόνο και να μπορώ να βλέπω πιο συχνά τους φίλους και την οικογένεια μου στην Ελλάδα.
Ποιοι οι στόχοι σας για το μέλλον;
Ο στόχος μου πάντα είναι να γίνομαι καλύτερος για εμένα. Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο θα ήθελα να συνεχίσω να μαθαίνω καινούριο ρεπερτόριο και να ανακαλύπτω καινούρια πράγματα. Σίγουρα επίσης θα ήθελα να δημιουργήσω περισσότερο χρόνο για ασχολίες εκτός της μουσικής. Το να απολαμβάνω δραστηριότητες εκτός της μουσικής αισθάνομαι πως με βοηθάει να αποδίδω καλύτερα στις συναυλίες και να γεμίζω με εικόνες και συναισθήματα που στη συνέχεια τα αναπαράγω στη μουσική.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Ο Ευάγγελος Παπαμανώλης γεννήθηκε στη Λάρισα το 2000. Ξεκίνησε τα πρώτα του μαθήματα πιάνου σε ηλικία έξι ετών στο Δημοτικό Ωδείο Λάρισας, με καθηγήτρια τη Στέλλα Ζιώγα-Δέδε. Σε ηλικία δεκαέξι ετών συνέχισε τις σπουδές του με τη Δόμνα Ευνουχίδου. Από το 2020 και για τρία χρόνια μελέτησε με την Αλεξία Μουζά.
Συνεχίζει τις σπουδές του στο πιάνο στη Λιθουανική Ακαδημία Μουσικής και Θεάτρου με καθηγητές τον P. Geniušas και την A. Žvirblytė. Έχει επίσης παρακολουθήσει μαθήματα με τους E. Perkumaitė, H. Eijsackers, Λ. Λιάτσου, Δ. Τουφεξή και Ι. Σιοπούδη.
Έχει εμφανιστεί σε συναυλίες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και Θεσσαλονίκης, στη Λάρισα, στην Κέρκυρα, στο Ναύπλιο, στη Γερμανία (Konzerthaus Berlin) και στη Λιθουανία (Juoso Karoso Salė, Didžioji Salė, Vilniaus Paveikslų Galerija, Vilniaus rotušė ).
Το 2024 διακρίθηκε στον διαγωνισμό «Ακούμε τους Νέους» και πραγματοποίησε σόλο ρεσιτάλ σε πόλεις της Πελοποννήσου. Την ίδια χρονιά, συνέπραξε με τον Σπύρο Μουρίκη σε ηχογράφηση για την εκπομπή του Τρίτου Προγράμματος «Η κυρία με την στρυχνίνη».