classicalmusic.gr

Η κλασική μουσική στην Ελλάδα!

Είναι φυσικό όταν εορτάζουμε ιστορικές επετείους […]

Γιάννης Χρήστου, 80 χρόνια από τη γέννηση ενός μύστη

Γιάννης Χρήστου, 80 χρόνια από τη γέννηση ενός μύστη

Γιάννης Χρήστου, 80 χρόνια από τη γέννηση ενός μύστη

Είναι φυσικό όταν εορτάζουμε ιστορικές επετείους όπως η φετινή για τα 250 χρόνια από τη γέννηση του Wolfgang Amadeus Mozart, να επισκιάζονται και αδίκως να ξεχνιούνται επίσης σημαντικές επέτειοι άλλων συνθετών. Όλοι οι μουσικοί πέφτουν κυριολεκτικά ‘με τα μούτρα’ πάνω από τα έργα του Mozart? κοντσέρτα, όπερες, συμφωνίες, μουσική δωματίου, έργα για σόλο όργανα κτλ. έχουν κατακλύσει τις αίθουσες συναυλιών. Δικαίως, βέβαια, ο Mozart αξίζει να έχει την ‘τιμητική’ του, αλλά αυτό έχει ως συνέπεια να περνούν άλλοι συνθέτες τόσο απαρατήρητοι, όπως συνέβη στην περίπτωση του θανάτου του Prokofiev με αυτόν του Stalin (πέθαναν την ίδια μέρα). Θα ήταν λοιπόν πιο τίμιο να επικεντρωθούμε και σε αυτούς τους εξίσου σημαντικούς αλλά ίσως λιγότερο διάσημους συνθέτες.

Φέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη γέννηση του έλληνα συνθέτη και φιλοσόφου Γιάννη Χρήστου (1926-1970). Είναι βεβαίως δύσκολο να μιλήσει ή να γράψει κανείς για μία τέτοια προσωπικότητα διότι πέρασε από τον κόσμο ως μία υπερφυσική, θα λέγαμε, μορφή τόσο στο χώρο της τέχνης όσο και της φιλοσοφίας. Η προσφορά του στην τέχνη και τον άνθρωπο, με την αγνότερη και βαθύτερη έννοια των λέξεων, υπήρξε πραγματικά καταλυτική σε όσους τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του.

Γεννήθηκε στις 8 Ιανουαρίου 1926 στην Ηλιούπολη του Καΐρου, στην Αίγυπτο. Ήταν ο δευτερότοκος γιος1 του Ελευθέριου Χρήστου και της Λιλίκας Ταβερνάρη. Ο πατέρας του, ιδιοκτήτης σοκαλατοποιίας, περισσότερο απορροφημένος από την πρακτική αντίληψη της ζωής, επιθυμούσε να οδηγήσει τον υιό του σε ένα δρόμο παρόμοιο με τον δικό του, ενώ η μητέρα του (κυπριακής καταγωγής) τον βοηθούσε συνεχώς να πραγματοποιήσει τα καλλιτεχνικά του σχέδια. Αρχικά, ο Χρήστου σπούδασε σε αγγλικό σχολείο της Αλεξάνδρειας και παράλληλα πήρε μαθήματα πιάνου και θεωρίας από την Gina Bachauer. Το 1945 πήγε στο Cambridge της Αγγλίας, στο εκεί ονομαστό King’s College όπου σπούδασε φιλοσοφία δίπλα στους Ludwig Wittgenstein (γλωσσολογική λογική) και Bertrand Russell (συμβολική λογική), παίρνοντας δίπλωμα Ηθικών Επιστημών του Bachelor of Arts (B.A.) Cantabriensis το 1948. Οι σπουδές αυτές στάθηκαν ως αφετηρία για τον Χρήστου και η γενεσιουργός αιτία του κατοπινού του δημιουργικού έργου, μιας και ο ίδιος πίστευε πως μόνο από ακατανίκητη εσωτερική αναγκαιότητα θεμελιωμένη σε φιλοσοφικές-μεταφυσικές βάσεις είχε νόημα να επιχειρεί κανείς να δημιουργήσει τέχνη. Ακολούθησε επίσης κάποιες στοιχειώδεις σπουδές οικονομικών επιστημών και παράλληλα με τις σπουδές του αυτές, σπούδασε αρμονία, αντίστιξη και σύνθεση στο Letchworth με τον Hans Ferdinand Redlich2. Μετά από ενδιάμεσα ταξίδια, ιδίως στην Ιταλία, ο Χρήστου εγκαθίσταται το 1949 στη Ρώμη όπου γνωρίζεται με τον Francesco Lavagnino και αρχίζει μαθήματα ενορχηστρώσεως, τα οποία συνεχίζει μαζί του στο Gavi, κοντά στη Γένοβα. Τα καλοκαίρια του 1949 και του 1950 παρακολουθεί τα θερινά σεμινάρια της Accademia Musicale Chigiana στη Σιένα. Ταξιδεύει αρκετά (Κεντρική Ευρώπη, Κύπρος), και εκείνη την περίοδο ενδιαφέρθηκε για την ψυχολογία του βάθους και για το έργο του Carl Jung, επηρεασμένος από τον αδελφό του Έβη. Για ένα μάλλον σύντομο χρονικό διάστημα παρακολούθησε μαθήματα ψυχολογίας του Carl Jung, στον οποίο τον οδήγησε ο αδελφός του.

Μετά, το 1951, ξαναγύρισε στην Αίγυπτο όπου με βάση την Αλεξάνδρεια, ταξίδευε αρκετά συχνά στο εξωτερικό. Στις αρχές του 1956 παντρεύτηκε τη Θηρεσία Χωρέμη από τη Χίο, που έγινε η στενή του φίλη και βοηθός σε όλη του τη δράση και στήριγμά του σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά, την Μαρίνα, την Αλεξάνδρα και τον Ευάγγελο. Έως το 1960 ζούσαν εναλλάξ στην Αλεξάνδρεια και στη Χίο, αλλά το 1960 εγκαταστάθηκαν μόνιμα στη Χίο. Στο σπίτι τους, μέσα σ’ ένα μεγάλο κτήμα, εγκαθιστά τη μεγάλη του βιβλιοθήκη (κυρίως βιβλία φιλοσοφίας, θρησκειολογίας, ανθρωπολογίας, ψυχολογίας, μαγείας, πνευματισμού, προϊστορίας και πρωτόγονων πολιτισμών, ιστορίας, λογοτεχνίας, τέχνης και μουσικής) καθώς και τις προσωπικές του συλλογές. Ταξιδεύει κατά διαστήματα, και τα τελευταία χρόνια της ζωής του εγκαθίσταται και στην Αθήνα, όπου περνά όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του χρόνου του εξαιτίας των όλο και περισσότερων επίσημων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων στις οποίες έπαιρνε μέρος, εγκαταλείποντας τελικά τη Χίο μετά την απαλλοτρίωση του κτήματός του για κατασκευή του αεροδρομίου, ένα χρόνο πριν πεθάνει. Λίγο καιρό πριν από το θάνατό του σκόπευε να χτίσει στη Χίο ένα σημαντικό τουριστικό συγκρότημα που θα περιλάμβανε ένα χωριό στον τοπικό αρχιτεκτονικό ρυθμό και ένα υπαίθριο θέατρο που θα του επέτρεπε τη διοργάνωση ενός διεθνούς φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής. Δυστυχώς όμως το όνειρό του αυτό παρέμεινε απραγματοποίητο. Τη νύχτα της 8ης προς 9ης Ιανουαρίου 1970 σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα επιστρέφοντας από τη γιορτή που είχε οργανώσει για τα γενέθλιά του. Δέκα μέρες αργότερα ‘έφυγε’ και η σύζυγός του, θύμα του ίδιου δυστυχήματος.

Ο Χρήστου3 σε όλη του τη ζωή κρατήθηκε θεληματικά μακριά από κάθε επίσημη εκδήλωση, θέση, ή αρμοδιότητα . Είχε ανοίξει όμως ένα πλατύ παράθυρο στους φίλους του4, και είχε αγαπήσει ξεχωριστά τη ζωή στην Ελλάδα, μολονότι το εξωτερικό μπορούσε να του προσφέρει πολύ περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες. Επί πολλά χρόνια δίσταζε να δώσει τα έργα του για εκτέλεση, δίσκους, ή έκδοση, με το φόβο ότι δεν μπορούσε να εμπιστευθεί την τόσο ιδιαίτερη μουσική του σε όποιον δεν είχε την ανάλογη φιλοσοφική καλλιέργεια και κατανόηση του ασυνήθιστου κόσμου του. Μόνο τα εντελώς τελευταία ένα ή δύο χρόνια της ζωής του άλλαξε κάπως στάση, μιας και οι επιτυχίες από εκτελέσεις έργων του συσσωρεύονταν και έβλεπε ότι όλο και περισσότεροι μπορούσαν να πλησιάσουν με το σωστό πνεύμα τις απόψεις του. Απ’ την άλλη μεριά, το σύστημα συνθέσεως που είχε διαπλάσει σιγά-σιγά, είχε φθάσει σε μια ωριμότητα, ευελιξία και άνεση τέτοια, που του επέτρεπε να συνθέτει όπως ακριβώς ήθελε και με πρωτοφανή ταχύτητα. Έτσι ήταν ανοιχτός μπροστά του ο δρόμος για σύνθεση πλήθους μικρών και μεγάλων έργων σε απίθανα σύντομο χρονικά διάστημα. Ακριβώς τη στιγμή αυτή της δημιουργικής ευφορίας η σταδιοδρομία του κόπηκε τόσο απότομα. Κατά περίεργη ίσως σύμπτωση, τους τελευταίους μήνες είχε μια προαίσθηση πως η ζωή του θα ήταν σύντομη, κι έλεγε συχνά πως βιαζόταν να προλάβει να γράψει τη μουσική του στο πολύ λίγο διάστημα που του έμενε5.

Σύμφωνα με τις γνώμες όλων όσων τον γνώρισαν, αντιπροσώπευε μια προσωπικότητα έξω από το συνηθισμένο. Απερίσπαστος, μπορούσε να συγκεντρώνεται και να συνθέτει ακατάπαυστα, από τα ξημερώματα ως τη βαθιά νύχτα, με ασυνήθιστη ένταση, διαβάζοντας φιλοσοφία, σκεπτόμενος σε απόλυτη μόνωση, και καταγράφοντας τις μουσικές ιδέες που προκύπτουν από τη μεταφυσική του θεώρηση. Εξάλλου, ένα μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς του αφιερωνόταν στο στοχασμό, στο φιλοσοφικό διαλογισμό γύρω από το έργο που είχε ‘στα σκαριά’. Όταν τα προβλήματα αυτά έβρισκαν τη λύση τους, ακολουθούσε η σύνθεση του ίδιου του έργου σ’ ένα ρυθμό γοργό κι ελεύθερο. ’λλωστε, σημείωνε επιμελέστατα τις σκέψεις του, τις μεθόδους εργασίας του και ιδίως τα όνειρά του επί χρόνια ολόκληρα, συγκεντρώνοντας έτσι ένα μεγάλο πλούτο έγγραφων μαρτυριών. Ανήκε ασφαλώς σ’ εκείνους τους ανθρώπους που αφιερώνονται με το μεγαλύτερο πάθος στην αναζήτηση της καλλιτεχνικής έκφρασης ακολουθώντας διαδρομές ψυχο-μουσικές.

Τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (Αγγλία, Γερμανία, Κύπρος, ΗΠΑ, κ.τ.λ.) οι μεταθανάτιες εκτελέσεις έργων του πολλαπλασιάστηκαν. Στην Ελλάδα για να τιμηθεί η μνήμη του οργανώθηκαν φεστιβάλ (Σεπτέμβριος 1970, Ιανουάριος 1973, Ιούλιος 1985) και πολυάριθμα καλλιτεχνικά μνημόσυνα που περιέλαβαν και παγκόσμιες πρώτες εκτελέσεις έργων του6. Επιπλέον, του αφιερώθηκαν και του αφιερώνονται συναυλίες, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, διαλέξεις, εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις. Πολλοί Έλληνες αλλά και ξένοι συνθέτες έγραψαν έργα αφιερωμένα στη μνήμη του, όπως ο Μ. Αδάμης, ο Στ. Βασιλειάδης, Γ. Ιωαννίδης, ο Ν. Μαμαγκάκης κ.α. αλλά και ο R. Felciano και o G. Scelsi.

Ας επικεντρωθούμε τώρα στο έργο του και την εξελικτική του πορεία. Πρώτα-πρώτα, θα διαπιστώσουμε μια ασυνήθιστη ενότητα στη σύλληψη και συνέπεια στην πραγματοποίηση των ιδεών του, οι οποίες απορρέουν από βαθύτατες φιλοσοφικές σκέψεις που στη συνέχεια αποτελούν το βασικό υλικό της μουσικής του. Μέσα από τα έργα του, ο Χρήστου μας παρουσιάζει τον κόσμο του μύθου, του θρύλου, της έκστασης και του μυστικισμού,. τον κόσμο του πρωτόγονου (με όλη τη θετική σημασία του όρου), του αρχέγονου, του μαγικού, μεταφερμένο στην εποχή μας,. τον κόσμο του υπερβατικού, του εξωλογικού, του απρόσιτου,. τον κόσμο των μεγάλων κινήσεων των μαζών, της ομαδικής ψυχολογίας τους, έως τον πανικό και την υστερία. Έχουμε την πλαισίωση της μουσικής σε μια τελετουργία και ιεροτελεστία στην οποία μεταφέρονται και μεταρσιώνονται ακόμη και οι πιο κοινότυπες πράξεις της καθημερινής ζωής. Η ωριμότητα του Χρήστου ως καταρτισμένου φιλοσόφου φαίνεται ολοκάθαρα από το πρώτο του έργο μέχρι και το τελευταίο. Η όλη εξελικτική του πορεία βασίζεται κυρίως στον τρόπο και τα μέσα τα οποία χρησιμοποιεί για να εκφράσει τις φιλοσοφικές του σκέψεις.

Ξεκινώντας από τη πρώτη συνθετική του περίοδο η οποία περιλαμβάνει τα έργα Μουσική του Φοίνικα (1948-49) για ορχήστρα, Πρώτη Συμφωνία (1951) για mezzo-soprano και ορχήστρα και Λατινική Λειτουργία (1951) για μεικτή χορωδία, χάλκινα πνευστά και κρουστά, βλέπουμε τον Χρήστου να συνθέτει με βαθιά επίγνωση της εσωτερικής ανάγκης του ανθρώπου7. Το έργο που θεωρούσε και ο ίδιος ως opus 1, η Μουσική του Φοίνικα, έχει ως βάση τον μύθο του ιστορικού Φοίνικα ο οποίος καιγόταν και ξαναγεννιόταν από την ίδια του τη τέφρα. Το έργο έχει τη μορφή συμφωνικού ποιήματος σε 5 μέρη τα οποία παίζονται δίχως διακοπή. Το κάθε μέρος αντιπροσωπεύει και μία φάση της πορείας του Φοίνικα, που ακολουθεί το εξής πρότυπο: γέννηση / εξέλιξη / δράμα (δραματικό κορύφωμα) / τέλος (θάνατος) / νέα αρχή (αναγέννηση). Στη δεύτερη περίοδό του έχουμε τα έργα Έξι Τραγούδια σε ποίηση του T. S. Eliot (1955) για mezzo-soprano και πιάνο, και αργότερα το 1957 για mezzo-soprano και ορχήστρα, και την Δεύτερη Συμφωνία (1956-57) για ορχήστρα και μεικτή χορωδία. Στα δύο αυτά έργα ο Χρήστου καταπιάνεται με τον λόγο. Στα μεν τραγούδια θέτει ως αφετηρία την κίνηση του λόγου την οποία στηρίζει με το πιάνο αρχικώς και κατόπιν με μία πρωτοφανή ενορχήστρωση, και στη δε Συμφωνία όπου συμπεριλαμβάνει το κείμενο της Λατινικής Λειτουργίας στο 3ο μέρος8.

Η επόμενη περίοδος περιλαμβάνει τα έργα Μετατροπές9 (1960) για ορχήστρα, Τοκκάτα (1962) για πιάνο και ορχήστρα, και Πύρινες Γλώσσες (1964) για μετζοσοπράνο, τενόρο, βαρύτονο, ορχήστρα και μεικτή χορωδία. Την περίοδο αυτή για πρώτη φορά γράφει μουσική για το αρχαίο θέατρο και επίσης για πρώτη φορά χρησιμοποιεί ηλεκτρονικούς ήχους. Γράφει μουσική για τον ‘Προμηθέα Δεσμώτη’ και τον ‘Αγαμέμνονα’ του Αισχύλου, και τα δύο για ορχήστρα, μαγνητοταινίες και ηθοποιούς. Στην περίοδο αυτή ο Χρήστου συνθέτει βασισμένος σε έννοιες10 τις οποίες επινοεί ο ίδιος και σύμφωνα με τον Γ. Γ. Παπαϊωάννου ονομάζει την περίοδο του αυτή ως μετα-σειραϊκή.

Κατά την τέταρτη περίοδο αλλάζουν ριζικά τα μέσα που χρησιμοποιεί ο Χρήστου. Γράφει τα έργα Μυστήριον (1965-66) για αφηγητή, 3 χορωδίες, ορχήστρα, μαγνητοταινίες και ηθοποιούς, και το έργο Πράξις για 12 (1966) για 11 έγχορδα και 1 μαέστρο/πιανίστα. Επίσης στον τομέα του θεάτρου γράφει μουσική για τους Πέρσες του Αισχύλου (1965) για ορχήστρα, μαγνητοταινίες και ηθοποιούς, και για τους Βατράχους του Αριστοφάνη (1966) για ορχήστρα, μαγνητοταινία και ηθοποιούς. Στη Πέμπτη περίοδο γράφει την Κυρία με τη Στρυχνίνη (1967) για μία σολίστ βιόλας, ενόργανο σύνολο, μαγνητοταινίες, 5 ηθοποιούς, ηχητικά αντικείμενα και ένα κόκκινο ύφασμα και επίσης συνθέτει της περίφημες Αναπαραστάσεις του εκ των οποίων έχουμε ολοκληρωμένες την Αναπαράσταση Ι ‘άστρων…’ (1968) για βαρύτονο, βιόλα και ενόργανο σύνολο, την Αναπαράσταση ΙΙΙ ‘Ο Πιανίστας’ (1968) για ηθοποιό, ενόργανο σύνολο και μαγνητοταινίες, και τον Επίκυκλο (1968) για continuum και σύνολο τροποποιήσιμης σύνθεσης που περιλαμβάνει μια ομάδα continuum και μια ομάδα για happenings. Η τελευταία του περίοδος περιλαμβάνει τα έργα Εναντιοδρομία (1965-68) για ορχήστρα, και ηλεκτρονική μουσική για τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή (1969). Επίσης είχε ξεκινήσει μία διαστημική όπερα’, την Ορέστεια, η οποία λόγω του ξαφνικού θανάτου του συνθέτη παρέμεινε ανολοκλήρωτη.

Όπως είπαμε και παραπάνω, γράφοντας κανείς για τον Γιάννη Χρήστου επιχειρεί να περιγράψει στους αναγνώστες τον υπέροχο κόσμο ενός ανθρώπου ‘απερίγραπτου’. Δυστυχώς όλες αυτές οι έννοιες και οι όροι που αναφέραμε θα έπρεπε να αναλυθούν, και επίσης να σχολιασθεί πολύ περισσότερο το κάθε έργο ξεχωριστά μιας και το καθένα από αυτά αποτελεί ένα κρίκο της συνεχόμενης αλυσίδας της δημιουργίας του. Θα είχε όμως ως αποτέλεσμα να μετατραπεί το άρθρο αυτό σε ένα πολυσέλιδο κείμενο, ίσως κουραστικό για τους περισσότερους αναγνώστες. Το καλύτερο για οποιονδήποτε θελήσει να γνωρίσει τον Χρήστου θα ήταν οι ακροάσεις των έργων του, και ιδίως εκείνων που έγιναν όσο ζούσε και είχε επίβλεψη των προβών και των συναυλιών που λάμβαναν χώρα.



1 Ο αδελφός του Γιάννη, Ευάγγελος Χρήστου (1922-1956) υπήρξε επίσης μεγάλη προσωπικότητα στον χώρο της ψυχανάλυσης. Μελέτησε και σπούδασε δίπλα στον Carl Jung στο Ινστιτούτο της Ζυρίχης από το 1949-1954. Έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο “The Logos of the Soul” (“Ο Λόγος της Ψυχής”) του οποίου την επιμέλεια πραγματοποίησε ο αδελφός του. Ο Έβης, όπως τον αποκαλούσαν, υπήρξε για τον αδελφό του ένα είδος πνευματικού οδηγού στους φιλοσοφικούς αυτούς κόσμους, που όπως θα δούμε αργότερα επηρέασαν βαθύτατα τον Γιάννη. Δυστυχώς όμως ο Έβης σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα το 1956 συγκλονίζοντας τον αδελφό του με τον ξαφνικό χαμό του. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια μιαν αλλαγή στην εξέλιξη της καλλιτεχνικής δημιουργίας του Γιάννη μέχρι τον θάνατό του.

2 Ο Hans Ferdinand Redlich (1903-1968) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους μουσικολόγους και συγγραφείς μουσικών βιβλίων της εποχής του και επίσης μαθητής και βιογράφος του Alban Berg.

3 Η μοναδική φορά που πήρε μέρος, ως μέλος επιτροπής διαγωνισμού σύνθεσης, ήταν το 1962 στον Διαγωνισμό Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου που οργάνωσε ο Μάνος Χατζιδάκις με σκοπό την διάδοση της σύγχρονης μουσικής.

4 Πιο κοντινοί του φίλοι στάθηκαν το ζεύγος Σεμιτέκολο για τον λόγο ότι ο Χρήστου εκτίμησε τον Γρηγόρη και την Νέλλη Σεμιτέκολο πρώτα ως προσωπικότητες και κατόπιν ως ερμηνευτές των έργων του. Ασφαλώς υπήρξαν και άλλες μουσικοί όπως ο Γ. Χατζηνίκος, ο Σπ. Σακκάς, ο Μ. Καρύδης, ο Γ. Λεωτσάκος, ο Στ. Βασιλειάδης, ο Θ. Αντωνίου, αλλά οι μουσικοί αυτοί λειτούργησαν κυρίως είτε ως συνεργάτες είτε ως Έλληνες φίλοι του εξωτερικού.

5 Σε κάποια συνέντευξη που έδωσε η μητέρα του συνθέτη μετά τον θάνατο του υιού της θυμήθηκε μία χαρακτηριστική συζήτηση μαζί του λίγο πριν πεθάνει τον οποίο ρώτησε αν θα ήθελε να πάει στην Χίο για λίγες μέρες για να ξεκουραστεί. Εκείνος της απάντησε, “Μα δεν καταλαβαίνετε ότι δεν μου μένει πολύς χρόνος και ότι πρέπει να τελειώσω το έργο μου;”

6 Έχουν παρουσιαστεί όλα τα ολοκληρωμένα του έργα (με εξαίρεση το ‘Μυστήριον’ το οποίο δεν έχει παρουσιασθεί στην ολοκληρωμένη του μορφή) και επίσης έχουν κυκλοφορήσει σε δίσκους ακτίνας (c.d.). Επίσης ένα μεγάλο μέρος του έργου του έχει εκδοθεί από ξένους εκδοτικούς οίκους.

7 Ο ίδιος πίστευε ότι κάθε εκτέλεση έργου του, ιδίως των τελευταίων, ήταν ένα γεγονός που αφορούσε το σύνολο εξ’ ολοκλήρου. Η συμμετοχή όλων, από τον ίδιο τον συνθέτη μέχρι και τους ακροατές, ήταν απαραίτητη για την ολοκληρωμένη απόδοση του έργου.

8 Το έργο αυτό θα έπρεπε να κατέχει ιδιαίτερη θέση στα έργα του Χρήστου διότι αποτελεί ένα είδος αφιερώματος στη μνήμη του αδελφού του και μέσα από την μελοποίηση της κειμένου της Λειτουργίας φαίνεται πόσο επηρεάστηκε από τον θάνατό του. Δυστυχώς όμως έχει παιχθεί μόνο μία φορά από την Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία της Ε.Ρ.Τ. υπό τη διεύθυνση του Μιλτιάδη Καρύδη (διεύθυνση χορωδίας: Αντώνης Κοντογεωργίου) στο Φεστιβάλ Αθηνών το 1987.

9 Ο πρωτότυπος τίτλος του έργου είναι Patterns and Permutations, δηλαδή Πρότυπα και Μετασχηματισμοί.

10 Οι έννοιες αυτές είναι τα πρότυπα, οι μετασχηματισμοί, τα ισόχρονα, το μεγα-έκθεμα κ.ά. οι οποίες αποτελούν το όλο υλικό για τη σύνθεση του έργου.

Το παρόν άρθρο περιλαμβάνει κείμενα από:

– Τη διατριβή “Γιάννης Χρήστου – Έργο και Προσωπικότητα ενός Έλληνα Συνθέτη της Εποχής μας”
της Anna-Martine Lucciano, 1983, μτφ. Γιώργος Λεωτσάκος, εκδ. Βιβλιοσυνεργατική, 1987.

– Το πληροφοριακό σημείωμα “Ο Γιάννης Χρήστου και η Μεταφυσική της Μουσικής”
του Γιάννη Γ. Παπαϊωάννου, εκδ. Ε.Σ.ΣΥ.Μ., 1970.

Χρήστος Μαρίνος

Πιανίστας

Κύλιση στην κορυφή

Newsletter

Γραφτείστε στο εβδομαδιαίο newsletter του classicalmusic.gr.  Aποστέλλεται κάθε Παρασκευή και περιέχει τα τελευταία νέα μας!