classicalmusic.gr

Η κλασική μουσική στην Ελλάδα!

Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υποδέχεται τον Ίβο Πογκορέλιτς

Η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υποδέχεται έναν από τους κορυφαίους πιανίστες της εποχής μας, τον Ίβο Πογκορέλιτς, για μια μοναδική ερμηνεία του Δεύτερου Κοντσέρτου για πιάνο και ορχήστρα του Σεργκέι Ραχμάνινοφ, ενός από τα πιο συγκινητικά και αγαπημένα έργα του ρομαντικού ρεπερτορίου.

Ίβο Πογκορέλιτς

Ο Πογκορέλιτς, με το ερμηνευτικό του βάθος, τη δεξιοτεχνία και την επιβλητική σκηνική του παρουσία, αποτελεί έναν πραγματικά ιδιαίτερο ερμηνευτή για τη ρομαντική ένταση και τη δραματικότητα του έργου, το οποίο συνδυάζει το πάθος με την εσωτερικότητα. Η συναυλία θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025, στην Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Βασίλη Χριστοπούλου, ενός μαέστρου με βαθιά γνώση και μεγάλη ευαισθησία.

Το πρόγραμμα της βραδιάς συμπληρώνεται με τις Οκτώ Παιδικές Μινιατούρες του Γιώργου Σισιλιάνου, αποτίνοντας φόρο τιμής στον Έλληνα συνθέτη για τα 20 χρόνια από τον θάνατό του, και ολοκληρώνεται με τους Συμφωνικούς Χορούς του Ραχμάνινοφ – ένα αριστούργημα γεμάτο ρυθμική ενέργεια, λυρική δύναμη και αυτοβιογραφική φόρτιση. Η συναυλία αποτελεί μία από τις κορυφαίες στιγμές της φετινής σεζόν για την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, τόσο για τη σύμπραξή της με έναν πιανίστα τού διαμετρήματος του Πογκορέλιτς, όσο και για την ισορροπία ανάμεσα στο ρομαντικό μεγαλείο και τη σύγχρονη ελληνική δημιουργία.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (1920 – 2005)
Οκτώ παιδικές μινιατούρες για ορχήστρα, έργο 23α

ΣΕΡΓΚΕΪ ΡΑΧΜΑΝΙΝΟΦ (1873 – 1943)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.2 σε ντο ελάσσονα, έργο 18
Συμφωνικοί Χοροί, έργο 45

ΣΟΛΙΣΤ: Ίβο Πογκορέλιτς | πιάνο
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Βασίλης Χριστόπουλος

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Παρασκευή 21/11/2025, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών

Τιμές εισιτηρίων: 60€, 45€, 35€, 25€ και 15€ (εκπτωτικό)
Online αγορά εδώ


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΣΙΛΙΑΝΟΣ (1920 – 2005)
Οκτώ παιδικές μινιατούρες, έργο 23Α

  1. Πρελούδιο
  2. Εμβατήριο
  3. Σφυρίχτρες
  4. Παράφωνο τραγούδι
  5. Κούνια – μπέλα (καβάλα στο ξύλινο αλογάκι)
  6. Ο λύκος και η κοκκινοσκουφίτσα
  7. Ο κύριος Τίνκυ
  8. Νανούρισμα

Οι «Οκτώ παιδικές μινιατούρες», γραμμένες αρχικά για πιάνο το 1963 και αφιερωμένες στον μικρό τότε γιο του συνθέτη, είναι μια σειρά από σύντομα κομμάτια περιγραφικής μουσικής, που ξαναζωντανεύουν αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Έτσι, εύκολα π.χ. θα μπορούσε να αναγνωρίσει κανείς στο Παράφωνο τραγούδι μια παρωδία του γνωστού τετράφωνου κανόνα πάνω στην παιδική μελωδία Frère Jacques ή στο Λύκο και την κοκκινοσκουφίτσα το συναίσθημα που γεννά το κυνηγητό της μικρής ηρωίδας του παραμυθιού από τον λύκο. Ό,τι ο συνθέτης επεδίωξε με την ενορχήστρωση των μικρών αυτών κομματιών ήταν μία κατά τη γνώμη του εντονότερη προβολή της εσωτερικής διάθεσης που δημιουργούν τα κομμάτια, με την προσθήκη του ηχοχρώματος των οργάνων της ορχήστρας. Για λόγους καλύτερης σύνδεσης, τα πέντε πρώτα κομμάτια παίζονται χωρίς άλλη διακοπή εκτός από εκείνη των μουσικών παύσεων, ενώ τα τρία τελευταία χωρίζονται μεταξύ τους κανονικά.

Γιώργος Σισιλιάνος (ανατύπωση από το πρόγραμμα της α’ εκτέλεσης του έργου με την Κ.Ο.Α. στις 26 Ιανουαρίου 1970)

ΣΕΡΓΚΕΙ ΡΑΧΜΑΝΙΝΟΦ (1873 – 1943)
Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα αρ.2 σε ντο ελάσσονα, έργο 18

  1. Moderato
  2. Adagio sostenuto
  3. Allegro scherzando

«Το έργο θα έπαιρνε το πρώτο βραβείο σε ένα ωδείο στην κόλαση». Με αυτά τα λόγια σχολίαζε την πρώτη συμφωνία του Ραχμάνινοφ ο συνθέτης και κριτικός Σεζάρ Κούι μετά την οικτρά αποτυχημένη πρώτη εκτέλεσή της το 1897 υπό την –από πολλές απόψεις ανεπαρκή- διεύθυνση του Αλεξάντερ Γκλαζουνόφ. Η απογοήτευση του μόλις 24χρονου συνθέτη και η δριμεία κριτική που δέχτηκε ήταν τέτοιες, που τον οδήγησαν σε κατακόρυφη πτώση της αυτοπεποίθησής του και σε γενικότερη κατάθλιψη, με εύλογο αποτέλεσμα τη σχεδόν ολοκληρωτική αποχή από τη σύνθεση για τρία περίπου χρόνια.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά από μία επίσκεψη του συνθέτη στο μεγάλο Ρώσο συγγραφέα Λ. Τολστόι, που ήταν και ένα από τα ινδάλματά του, στις αρχές του 1900. Ο ηλικιωμένος πια Τολστόι, έχοντας ήδη αποκηρύξει τα έργα των κλασικών συνθετών υπέρ της παραδοσιακής μουσικής στην πραγματεία του «Τι είναι η Τέχνη», ακούγοντας το Ραχμάνινοφ να παίζει κάποιες συνθέσεις του σχολίασε: «Αλήθεια, χρειάζεται κανείς αυτή τη μουσική;» Και συνέχισε: «Ο Μπετόβεν είναι ανοησίες, το ίδιο ο Πούσκιν και ο Λέρμοντοφ…» Το αποτέλεσμα αυτής της απογοητευτικής συνάντησης ήταν να βυθιστεί ο Ραχμάνινοφ σε ακόμα βαθύτερη κατάθλιψη.

Αναζητώντας διέξοδο από αυτή, αναγκάστηκε να δεχτεί να ακολουθήσει ένα πρόγραμμα ψυχοθεραπείας υπό την επίβλεψη του νευρολόγου Νικολάι Νταλ. Τόσο η μέθοδος του γιατρού όσο και οι θερμές, εκτενείς συζητήσεις του με τον ασθενή για τη μουσική –σε συνδυασμό με το ερωτικό ενδιαφέρον του Ραχμάνινοφ για την κόρη του Νταλ- τόνωσαν την αυτοπεποίθηση του νεαρού συνθέτη, που αποφάσισε να καταπιαστεί με τη σύνθεση ενός νέου κοντσέρτου. Έτσι προέκυψε το δεύτερο κοντσέρτο για πιάνο, που δικαιολογημένα αφιερώθηκε στον δρ. Νταλ. Η πρεμιέρα του δόθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1901 στη Μόσχα με σολίστα στο πιάνο τον ίδιο το συνθέτη και μαέστρο τον εξάδελφό του Αλεξάντερ Ζιλότι. Από τότε το κοντσέρτο αυτό αποτελεί όχι μόνο ένα κορυφαίο κοντσέρτο του πιανιστικού ρεπερτορίου αλλά και μία από τις δημοφιλέστερες συνθέσεις στην ιστορία της μουσικής, χάρη στον πλούτο των μελωδιών του, την ειλικρίνεια των συναισθημάτων, τη λαμπερή δεξιοτεχνική γραφή και τη στιβαρή μουσική αρχιτεκτονική του.

ΣΕΡΓΚΕΪ ΡΑΧΜΑΝΙΝΟΦ (1873 – 1943)
Συμφωνικοί Χοροί, έργο 45

  1. Non Allegro
  2. Andante con moto (Tempo di Valse)
  3. Lento assai – Allegro vivace

Μετά την Τρίτη Συμφωνία του 1936 ο Ραχμάνινοφ απείχε ολοκληρωτικά για τρία χρόνια από τη σύνθεση. Το κέντρο βάρους της καλλιτεχνικής δραστηριότητάς του, αφότου είχε εγκατασταθεί στις Η.Π.Α., είχε μετατοπισθεί για βιοποριστικούς κυρίως λόγους στην καριέρα του ως πιανίστα. Προφανώς ρόλο έπαιξε και η μάλλον αδιάφορη υποδοχή των πρόσφατων έργων του, του Τέταρτου Κοντσέρτου για πιάνο, των Παραλλαγών πάνω σε ένα θέμα του Κορέλι για σόλο πιάνο και της Τρίτης Συμφωνίας. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι επιτυχέστατες Παραλλαγές πάνω σε ένα θέμα του Παγκανίνι του 1934, πάνω στις οποίες μάλιστα βασίστηκε το μπαλέτο Παγκανίνι, που χορογράφησε με επιτυχία τον  Ιούνιο του 1939 ο ρωσικής καταγωγής χορευτής και χορογράφος Μισέλ Φοκίν στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου.

Παρόλα αυτά, το καλοκαίρι του 1940 και ενώ ο Ραχμάνινοφ μελετούσε καθημερινά πάμπολλες ώρες πιάνο εν όψει των επερχόμενων συναυλιακών του υποχρεώσεων, ένιωσε την ανάγκη να γράψει ένα νέο συμφωνικό έργο. Ο αρχικός του τίτλος ήταν Φανταστικοί Χοροί και ο καθένας από τους τρεις χορούς είχε τον τίτλο «Μεσημέρι», «Λυκόφως», «Μεσάνυχτα» αντίστοιχα. Μέχρι τα τέλη Οκτωβρίου ο συνθέτης άλλαξε τον τίτλο (οι «Φανταστικοί» Χοροί έγιναν «Συμφωνικοί»), απέσυρε τους επιμέρους τίτλους των χορών και παρά το φόρτο εργασίας του ολοκλήρωσε και την ενορχήστρωση. Απώτερος σκοπός του ήταν μία εκ νέου συνεργασία με τον διάσημο Φοκίν αλλά ο θάνατος του δεύτερου το 1942 άφησε το όνειρο του Ραχμάνινοφ ανεκπλήρωτο. Η πρεμιέρα των Συμφωνικών Χορών έγινε στις 3 Ιανουαρίου 1941 στη Φιλαδέλφεια με τον Ευγένιο Όρμαντυ να διευθύνει τη διάσημη ορχήστρα της πόλης, με την οποία άλλωστε ο Ραχμάνινοφ είχε αναπτύξει μία μακρά, πολυεπίπεδη και εξαιρετικά γόνιμη συνεργασία. Οι Συμφωνικοί Χοροί είναι το κύκνειο άσμα του Ραχμάνινοφ και το μόνο έργο του, που γράφτηκε εξ ολοκλήρου επί αμερικανικού εδάφους.

Κείμενα «για την Ιστορία»: Τίτος Γουβέλης

Κύλιση στην κορυφή