classicalmusic.gr

Η κλασική μουσική στην Ελλάδα!

Το φαινόμενο της φίμωσης της μουσικής […]

Dmitri Shostakovich; photo collection of Laurel Fay

Αλέξανδρος Χαρκιολάκης

Μουσικολόγος

Ο Αλέξανδρος Χαρκιολάκης, μουσικολόγος και διευθυντής του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής, επιλέγει την θεματολογία του από την εγχώρια και διεθνή μουσική πραγματικότητα και συναντά τους αναγνώστες του classicalmusic.gr μία φορά την εβδομάδα, κάθε Πέμπτη

Η μουσική σε απολυταρχικά καθεστώτα: η περίπτωση Σοστακόβιτς

Dmitri Shostakovich; photo collection of Laurel Fay
Dmitri Shostakovich; photo collection of Laurel Fay

Το φαινόμενο της φίμωσης της μουσικής και των δημιουργών της, όπως και των άλλων τεχνών, είναι μία συνηθισμένη πρακτική, που την έχουμε ζήσει κι εμείς εδώ στην Ελλάδα, κατά τη περίοδο που απολυταρχικά καθεστώτα βρίσκονται στην εξουσία. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι η δυνατότητα της τέχνης να εκφράσει μαζικά ανθρώπους αντίθετους προς το απολυταρχικό καθεστώς που βρίσκεται στην εξουσία καθώς και λόγοι προπαγάνδας. Ένα απολυταρχικό καθεστώς επιδιώκει να εγκαθιδρύσει ένα δικό του, προφανώς στρεβλό, σύστημα αξιών το οποίο προσπαθεί να υποστηρίξει παντοιοτρόπως. Ένας συνηθισμένος τρόπος είναι η χειραγώγηση της τέχνης με σκοπό την παραγωγή μουσικών, εικαστικών και άλλων έργων που προάγουν αυτό το αξιακό σύστημα Εμείς σε αυτό το άρθρο θα ασχοληθούμε με την παράθεση γεγονότων που έθεσαν σε δυσμένεια τον Σοστακόβιτς κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της Σοβιετικής Ένωσης από τον Στάλιν.

Είναι αλήθεια ότι πολύς λόγος έχει γίνει για αυτό το ζήτημα στον τύπο αλλά και πολλά βιβλία έχουν γραφεί κατά καιρούς για αυτό το ζήτημα, πλήν όμως τα πλείστα εξ αυτών δεν είναι μεταφρασμένα στην Ελληνική γλώσσα (έχουμε υπόψη μας μόνο ένα βιβλίο για τον Σοστακόβιτς μεταφρασμένο στα ελληνικά). Άρα δεν θεωρούμε ότι είναι χαμένος χρόνος η παράθεση των στοιχείων αυτών.

Θα ξεκινήσουμε παραθέτωντας τα γεγονότα που συνέβησαν εκείνη την εποχή και θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε τους λόγους για ότι έγινε. Πρέπει να τονίσουμε ότι η επίθεση δεν έγινε αποκλειστικά εναντίον του Σοστακόβιτς αλλά είχε και άλλους αποδέκτες. Απλώς, κάποια έργα του Σοστακόβιτς ήταν η αφορμή για την πρώτη επίθεση από το καθεστώς και η οποία κορυφώθηκε ύστερα από δώδεκα χρόνια με τον απόλυτο έλεγχο της μουσικής από τη Σταλινική κυβέρνηση.

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ 1936

Ο Σοστακόβιτς παρουσίασε την όπερα του Λαίδη Μάκβεθ του Μτσένσκ (την οποία είδαμε πριν μερικά χρόνια στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών) το 1934 ενώ το έργο ήταν έτοιμο από το 1932. Αιτία αυτής της καθυστέρησης ήταν η αναδιοργάνωση που είχε επιβάλλει η κομμουνιστική κυβέρνηση στο τομέα των τεχνών με απώτερο σκοπό τον έλεγχο τους. Η διάλυση των διαφόρων μουσικών ενώσεων και η ενοποίηση τους στην Ένωση Σοβιετικών Συνθετών συνέβει το 1932 και έτσι ο Σοστακόβιτς είχε αναγκαστεί να αναβάλει την πρεμιέρα της όπερας του. Όταν ανέβηκε η όπερα οι πρώτες κριτικές ήταν διθυραμβικές και ο θαυμασμός ήταν διάχυτος για τον συνθέτη. Η όπερα παρουσιάστηκε σε όλα τα μεγάλα θέατρα της Σοβιετικής Ένωσης καθώς και σε πολλές πόλεις της Ευρώπης αποσπώντας το γενικό θαυμασμό.

Το πρόβλημα και η ενορχηστρωμένη επίθεση εναντίον του Σοστακόβιτς ξεκίνησε το 1936, χρονιά που ο ηγέτης του κομμουνιστικού κόμματος Στάλιν παρακολούθησε την όπερα για πρώτη φορά. Το περιεχόμενο δεν άρεσε στον Στάλιν και μετά από λίγες μέρες ένα άρθρο εμφανίστηκε στην Πράβδα (εφημερίδα που λειτουργούσε ως επίσημο όργανο του κόμματος) και στο οποίο ο συντάκτης στηλίτευε το έργο ως φορμαλιστικό και ανάξιο για ένα συνθέτη σαν τον Σοστακόβιτς. Υπάρχουν πολλές ερμηνείες σχετικά με το τι ακριβώς δεν άρεσε στο Στάλιν αλλά οι περισσότεροι εικάζουν ότι η σκηνή της εξορίας στη Σιβηρία εκλήφθη ως ευθεία βολή για τις πρακτικές που ακολουθούσε η Σοβιετική κυβέρνηση σε θέματα εκτοπισμών πολιτών που ήταν ή υποτιθόταν ότι ήταν εναντίον του καθεστώτος. Το άρθρο αυτό στη Πράβδα ακολούθησε ένα άλλο σχετικά με το έργο για μπαλλέτο του Σοστακόβιτς The Limpid Stream και το οποίο άρθρο τιτλοφορούνταν Μπαλλετική ανοησία. Ύστερα από αυτά τα άρθρα στη Πράβδα όλοι άρχισαν να ανασκευάζουν και ενώ πριν η κριτική έλεγε ότι το έργο ήταν μεγαλειώδες υπήρξε πλήρης αναδίπλωση και όλοι άρχισαν να καταφέρονται εναντίον του Σοστακόβιτς ως φορμαλιστή.Το κλίμα που δημιουργήθηκε εναντίον του συνθέτη ήταν βαρύ.

Έν τω μεταξύ, ένα νέο είδος όπερας είχε αναπτυχθεί στη Σοβιετική Ένωση το οποίο είχε τις ευλογίες του επίσημου κράτους. Το νέο αυτό είδος περιείχε παραδοσιακά τραγούδια και μελωδίες που σκοπό είχαν να εξυμνήσουν το καθεστώς και να δημιουργήσουν εθνικιστικές και πατριωτικές εξάρσεις στους θεατές. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιοι συνθέτες είχαν χρησιμοποιήσει μορφές όπως αυτή του Λένιν ή ακόμα και του ίδιου του Στάλιν ως πρόσωπα σε αυτές τις όπερες. Είχε δημιουργηθεί λοιπόν το αντίβαρο και ο τρόπος να “αντικατασταθούν” έργα όπως Η Λαίδη Μάκβεθ του Μτσένσκ του Σοστακόβιτς.

Μία χαλάρωση της πολεμικής και μερική αποκατάσταση του ονόματος του συνθέτη έφερε η Συμφωνία αρ.5 όταν παρουσιάστηκε ενώ η μουσική του δεν απαγορεύτηκε να παίζεται (όπως συνέβη αργότερα) εκτός φυσικά από την όπερα που αναφέραμε παραπάνω.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος επέδρασε στη χαλάρωση του κρατικού παρεμβατισμού στη μουσική ενώ και οι συνθέτες γράφανε αρκετά πατριωτικά έργα προσπαθώντας να βοηθήσουν για την επιτυχή έκβαση του πολέμου. Σε εκείνη την εποχή ανήκει και η Συμφωνία αρ.7 “Λένινγκραντ”.

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ 1948

Ύστερα από το τέλος του πολέμου παρατηρήθηκε μία συντονισμένη κίνηση ώστε να υπάρξει μία εκ νέου χειραγώγηση των τεχνών. Τα γεγονότα ήταν ραγδαία: το 1946 ο Στάλιν διόρισε τον Ζντάνοφ ως υπεύθυνο για την εφαρμογή των ιδεωδών του σοσιαλιστικού ρεαλισμού σε όλες τις τέχνες. Ο Ζντάνοφ, με τη δύναμη που του έδινε η θέση του, ξεκίνησε την αναδιοργάνωση των τεχνών από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο και τις εικαστικές τέχνες όπου επέβαλλε τις απόψεις του με τρόπο δικτατορικό. Το δόγμα ήταν “ή μαζί μας ή εναντίον μας” και εφαρμόστηκε άμεσα. Όταν έφτασε η σειρά της μουσικής για να “δικαστεί”, ο Ζντάνοφ διοργάνωσε ένα μεγάλο συνέδριο όπου εκλήθησαν σχεδόν όλα τα μέλη της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών. Στόχος ήταν η συζήτηση επί γενικών θεμάτων για τη μουσική. Αφορμή για αυτό το συνέδριο ήταν η παρουσίαση μιας όπερας ενός Γεωργιανού συνθέτη ονόματι Μουραντέλι. Η όπερα αυτή ονομαζόταν Η μεγάλη φιλία και το περιεχόμενο της καταδικάστηκε από τον Ζντάνοφ ως περιεχομένου που αντίκειται στη σοσιαλιστική ιδεολογία. Η αιτία φυσικά ήταν άλλη, ο Ζντάνοφ έψαχνε μία ευκαιρία για να μπορέσει να συγκαλέσει το συνέδριο και να ανακοινώσει τις αποφάσεις του κόμματος για το τι πρέπει να γράφουν οι συνθέτες ώστε να είναι εντός γραμμής του κομμουνιστικού κόμματος.

Το συνέδριο έγινε τον Ιανουάριο του 1948 και τα αποτελέσματα του ήταν τρομακτικά. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ο Ζντάνοφ, που δεν είχε καμία μουσική γνώση, έκανε παρατηρήσεις στον Μουραντέλι για την έλλειψη σωστής αρμονίας (!) καθώς και για κακή χρήση της ορχήστρας (!!). Το πως έφτασε ο Ζντάνοφ στα παραπάνω συμπεράσματα χωρίς να έχει μουσικές γνώσεις ανήκουν στη σφαίρα της ψυχιατρικής ανάλυσης. Ο Ζντάνοφ δεν μίλησε για αισθητικά ζητήματα αλλά για τεχνικά, τα οποία δεν κατείχε ούτε κατ’ ολίγον.

Τα χειρότερα ήρθαν αργότερα όταν ο Μουραντέλι και ο Κρέννικοφ, ο οποίος έγινε διευθυντής της Ένωσης Σοβιετικών Συνθετών, υπήρξαν λάβροι εναντίον γνωστών συνθετών τους οποίους κατονόμασαν ως φορμαλιστές. Μάλιστα, ο ίδιος ο Μουραντέλι καταδίκασε το έργο του και είπε ότι είχε πλανηθεί από τη διδασκαλία και τη μουσική άλλων, πιο προβεβλημένων, συνθετών. Τα ονόματα που περιλαμβάνονταν σε αυτές τις ομιλίες ήταν των: Σοστακόβιτς, Προκόφιεφ, Μιασκόβσκυ, Χατσατουριάν, Καμπαλέφσκυ, Σαπόριν και Σεμπάλιν. Αυτοί κατονομάστηκαν ως οι πρωτεργάτες του φορμαλισμού στη χώρα.

Παρόλα αυτά το συνέδριο δεν έδειχνε να έχει καταδικαστικό χαρακτήρα και οι συνθέτες θα μπορούσαν να έχουν μία δεύτερη ευκαιρία. Δυστυχώς όμως για αυτούς ο Ζντάνοφ αποφάσισε να εκδώσει μία διακήρυξη όπου καταδίκαζε τους προαναφερθέντες συνθέτες (εκτός από τον Καμπαλέφσκυ του οποίου το όνομα αντικαταστάθηκε με αυτό του Πόποφ) ως φορμαλιστές, εχθρούς του λαού και ότι γράφουν αντιλαϊκή μουσική. Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς οι συνθέτες που αναφέρονταν ήταν οι σημαντικότεροι της εποχής. Με αυτή του την ενέργεια ο Ζντάνοφ (και ο Στάλιν φυσικά) προσπάθησε να δώσει ένα μήνυμα προς όλες τις κατευθύνσεις: ότι θα μπορούσε να τιμωρήσει τους πάντες, ακόμα και τους πλέον δημοφιλείς.

Η μουσική των παραπάνω συνθετών διετέλεσε υπό καθεστώς απαγορεύσεως και πολύ σπάνια ως καθόλου δεν παρουσιαζόταν. Η κατάσταση εξομαλύνθηκε αρκετά ύστερα από το θάνατο του Στάλιν χωρίς όμως να λείπουν και μεμονωμένες περίοδοι όπου παρουσιάστηκαν προσπάθειες χειραγώγησης της τέχνης από τους διάφορους κρατούντες την εξουσία. Ενδεικτικά αναφέρουμε την περίπτωση με την Συμφωνία αρ.13 “Babi Yar” η οποία συνάντησε αρκετές αντιδράσεις από την κυβέρνηση του Χρουστσώφ. Ποτέ όμως τα πράγματα δεν έφτασαν ξανά στη κατάσταση που βίωσαν οι καλλιτέχνες το 1948.

ΓΙΑ ΤΗΝ, ΥΠΟΤΙΘΕΜΕΝΗ, ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΣΟΣΤΑΚΟΒΙΤΣ

Δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε μία ειδική μνεία στο βιβλίο που έχει ξεσηκώσει θύελλα συζητήσεων από τη πρώτη στιγμή που κυκλοφόρησε στο χώρο της μουσικολογίας και όχι μόνο. Το βιβλίο αυτό που τιτλοφορείται Τestimony στα αγγλικά επιμελήθηκε ο Σόλομων Βόλκοφ, φίλος του Σοστακόβιτς και, υποτίθεται, πως είναι η αυτοβιογραφία του συνθέτη υπαγορευμένη στον Βόλκοφ. Η εντολή που είχε από τον συνθέτη ο Βόλκοφ ήταν να παρουσιάσει το βιβλίο μετά το θάνατο του Σοστακόβιτς. Μέσα σε αυτό το βιβλίο αναφέρονται πολλά αιχμηρά σχόλια του συνθέτη για το 1936 αλλά και για το 1948 καθώς και για πρόσωπα όπως ο Στάλιν, ο Ζντάνοφ, ο Κρέννικοφ, ο Καμπαλέφσκυ και άλλοι. Είναι αλήθεια πως όσα λέγονται δεν φαίνεται να είναι εκτός πραγματικότητας και έχουν μεγάλη δόση αληθοφάνειας. Επίσης, ο αναγνώστης του βιβλίου αντιλαμβάνεται ότι αν ο Σοστακόβιτς είχε υπαγορεύσει την αυτοβιογραφία του, και με όλα αυτά που λέει σε αυτή, ο μόνος τρόπος για να εκδοθεί θα ήταν μετά θάνατον μιας και οι προσωπικές αιχμές είναι πάμπολλες. Ίσως τελικά ο μόνος που μπορεί να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα να είναι ο απλός αναγνώστης αυτού του βιβλίου. Απλώς να πούμε ότι η διεθνής μουσικολογική κοινότητα δεν έχει αποφασίσει ακόμη καθολικά υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης, αν και οι περισσότεροι τείνουν να πιστέψουν ότι το βιβλίο είναι αληθινό.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Είδαμε με ποιο τρόπο έγινε αυτή η προσπάθεια από το κράτος να αμαυρώσει την εικόνα όλων αυτών των δημιουργών. Με άλλους το κατάφερε και με άλλους όχι. Ποιός αλήθεια σήμερα γνωρίζει μουσική του Σεμπάλιν ή του Σαπόριν; Ίσως αν δεν υπήρχε αυτός ο κρατικός παρεμβατισμός η δουλειά αυτών των συνθετών να ακουγόταν και σήμερα, ίσως και όχι αλλά τουλάχιστον θα ήταν στο χέρι του ακροατή να το αποφασίσει. Ο Σοστακόβιτς ήταν πολύ πιο τυχερός μιας και είχε ήδη δημιουργήσει ένα διεθνές όνομα ενώ δεν έπαψε να γράφει και εξαιρετικής ποιότητας μουσική, έστω και αν υποχρεώθηκε να γράψει και πράγματα που δεν τον εκφράζανε μόνο και μόνο για να αποφύγει τις διώξεις από το καθεστώς. Τέλος, το σημαντικό είναι να σκεφτούμε το μέγεθος της αδικίας και του εγκλήματος που έγινε έναντι του παγκόσμιου πολιτισμού με τη φίμωση ανθρώπων σαν τον Σοστακόβιτς. Δυστυχώς ακόμη και στις μέρες μας υπάρχουν τέτοια φαινόμενα σε αρκετά κράτη και ευχή μας πρέπει να είναι να εκλείψουν δια παντός.

Αλέξανδρος Χαρκιολάκης

Μουσικολόγος

Ο Αλέξανδρος Χαρκιολάκης, μουσικολόγος και διευθυντής του Συλλόγου Οι Φίλοι της Μουσικής, επιλέγει την θεματολογία του από την εγχώρια και διεθνή μουσική πραγματικότητα και συναντά τους αναγνώστες του classicalmusic.gr μία φορά την εβδομάδα, κάθε Πέμπτη

Κύλιση στην κορυφή

Newsletter

Γραφτείστε στο εβδομαδιαίο newsletter του classicalmusic.gr.  Aποστέλλεται κάθε Παρασκευή και περιέχει τα τελευταία νέα μας!