Μερικές φορές ακόμα και οι μουσικοί κριτικοί κάνουν κάτι καλό. Γιος του επιδραστικού βιεννέζου κριτικού Julius Leopold Korngold (1860-1945) ήταν ο συνθέτης Erich Wolfgang Korngold (1897-1957), παιδί-θαύμα που το 1934 μετανάστευσε στο Χόλυγουντ και συνέθεσε ορισμένες από τις καλύτερες μουσικές για κινηματογράφο. Το 1945 όμως επέστρεψε στις κλασικές φόρμες με το Κοντσέρτο για βιολί. Μιλήσαμε με τον βιολονίστα Roman Simovic (Ρόμαν Σίμοβιτς), που θα το ερμηνεύσει μαζί με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και τον αρχιμουσικό John Warner (Τζον Γουόρνερ).

Σας άκουσα για πρώτη φορά να συνεργάζεστε με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών το 2016 στο Μέγαρο Μουσικής Καλαμάτας μαζί με τον Λεωνίδα Καβάκο. Έκτοτε έχετε δημιουργήσει μία σχέση με την ορχήστρα.
Είμαι πολύ ευγνώμων στον Λεωνίδα που με σύστησε στην ορχήστρα την πρώτη φορά. Για έναν καλλιτέχνη είναι πολύ σημαντικό να παίξει καλά στην πρώτη εμφάνιση με μια ορχήστρα, ώστε να τον ξανακαλέσουν. Και είμαι πολύ χαρούμενος που έλαβα ένα e-mail από την κυρία Αλίκη Φιδετζή για να έρθω και να παίξω ξανά με αυτή την υπέροχη ορχήστρα. Η δεύτερη φορά ήταν ένα τεράστιο κομμάτι του Μπέλα Μπάρτοκ, το δεύτερο κοντσέρτο για βιολί. Η συναυλία αυτή τη φορά ήταν στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Πήγε καλά και είμαι πολύ ενθουσιασμένος που επέστρεψα. Αυτή τη φορά είναι το αγαπημένο μου Κοντσέρτο για βιολί του Κόρνγκολντ.
Με τον αρχιμουσικό Τζον Γουόρνερ έχετε συνεργαστεί στο παρελθόν, ή η πρώτη σας σύμπραξη θα γίνει επί ελληνικού εδάφους;
Είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι με τον μαέστρο Γουόρνερ. Ανυπομονώ!
Τι σας τράβηξε καταρχήν στο Κοντσέρτο για βιολί του Κόρνγκολντ; Δεν είναι η πιο προφανής επιλογή. Το έχετε ξαναπαίξει; Πολλές φορές;
Η πρώτη μου εμφάνιση με αυτό το κομμάτι ήταν το 2011 με τον μαέστρο Pappano και τη Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου. Σολίστ θα ήταν ο Λεωνίδας, αλλά δεν μπόρεσε να συμμετάσχει στην πρώτη συναυλία στην Ιρλανδία, μπορούσε μόνο τη δεύτερη στο Barbican. Ήμουν εξαιρετικά τυχερός που έτσι μού δόθηκε η ευκαιρία να παίξω αυτό το αριστούργημα. Φυσικά έχω ακούσει την ηχογράφηση του Heifetz. Έμεινα άφωνος όταν συνειδητοποίησα ότι ποτέ δεν θα μπορέσω να παίξω έτσι (κανείς δεν θα μπορέσει ποτέ) και επίσης ερωτεύτηκα το κομμάτι. Από τότε το έχω παίξει μερικές φορές.
Ποιες είναι οι βασικές του ποιότητες, αυτές που το κάνουν ελκυστικό σε ερμηνευτή και ακροατές;
Σε ποιον δεν αρέσει να βλέπει τις χολιγουντιανές υπερπαραγωγές με τη μουσική των Waxman, Rozsa, Korngold και αργότερα Williams, για να αναφέρω μερικούς. Είναι κάτι που αγγίζει αμέσως την καρδιά και σου θυμίζει, τουλάχιστον στη δική μου γενιά, την παιδική μας ηλικία, όταν βλέπαμε ταινίες όπως το Ben Hur! Μιλάμε για συνθέτες που έχουν κερδίσει βραβεία Grammy!

Ειδικά για εσάς, ποια είναι οι κυριότερες ερμηνευτικές απαιτἠσεις που θέτει;
Πρέπει να αφηγηθείς την ιστορία με αυτό το κομμάτι, όπως και με κάθε άλλο. Ο Κορνγκόλντ σε κάθε μέρος αντλεί θέματα από τέσσερις διαφορετικές ταινίες. Το κομμάτι ξεκίνησε από τον Χούμπερμαν, ο οποίος έπαιξε στην πρεμιέρα, αλλά η τελική του μορφή δόθηκε από τον Χάιφετς, ο οποίος ζήτησε από τον συνθέτη να γράψει ένα πιο απαιτητικό φινάλε! Έτσι, από την αρχή ξέρουμε ότι θα είναι εξαιρετικά δύσκολο! Όλα τα αρπeggios δεν είναι τα τυπικά, αντίθετα είναι πολύ τζαζιστικά, σε συγχορδίες μη κλασικής αρμονίας. Η άλλη πρόκληση είναι ο ρυθμός, που αλλάζει σε κάθε μέτρο. Μόλις συνειδητοποιήσεις τι συμβαίνει στο μέρος του βιολιού και στην παρτιτούρα, δεν μπορείς να σκεφτείς τις γραμμές των μέτρων, γιατί είσαι απασχολημένος με τη φρασεολογία και τη μουσική.
Αλλά και πάλι είναι μια τεράστια πρόκληση για τον μαέστρο να γνωρίζει όλα αυτά τα στοιχεία και να ακολουθεί την ελευθερία του σολίστ, η οποία είναι απολύτως απαραίτητη σε αυτό το κομμάτι, αλλιώς όλη η επιρροή της τζαζ χάνεται. Το κοντσέρτο είναι τόσο όμορφο που η ορχήστρα το απολαμβάνει πραγματικά και πολύ συχνά μπορεί να καταβροχθίσει τον σολίστ. Η ενορχήστρωση είναι συντριπτική. Υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές προκλήσεις!
Ο Κόρνγκολντ ήταν ένα παιδί θαύμα που γεννήθηκε και ανδρώθηκε μέσα στο μουσικό περιβάλλον της Βιέννης και της τεράστιας μουσικής της παράδοσης. Θα έλεγε κανείς, από μερικές απόψεις, το Κοντσέρτο μοιάζει να πιάνει το νήμα από εκεί που το άφησε ο Μπραμς.
Συμφωνώ εν μέρει, επειδή ο Κόρνγκολντ προέκυψε από την παράδοση που καθιέρωσε ο Μπραμς. Και οι δύο ήταν δεξιοτέχνες της σύνθεσης. Ο Κόρνγκολντ ήταν μεγάλος θαυμαστής του Μπραμς. Ο Μπραμς κατά κάποιον τρόπο έθεσε τα θεμέλια για τον Κόρνγκολντ.
Από την άλλη, μετά την επικράτηση των ναζί αναγκάστηκε να φύγει από την Αυστρία και την Ευρώπη, κατέφυγε με πολλούς άλλους εξόριστους στο Χόλυγουντ, όπου έγραψε μουσική για την κινηματογραφική βιομηχανία. Είναι και αυτό κάτι που διαφαίνεται στο έργο;
Όπως συνήθιζε να λέει ο Ραχμάνινοφ όταν φύτεψε ένα ρωσικό δέντρο (μια μικρή σημύδα) που έφερε στις ΗΠΑ και τελικά μαράθηκε: Πώς μπορεί μια ρωσική ψυχή να προσαρμοστεί σε αυτή τη χώρα, αν δεν μπόρεσε να το κάνει ούτε ένα δέντρο; Όπως ο Ραχμάνινοφ, ο Ρόζα, ο Μπάρτοκ και πολλοί άλλοι μετανάστες ένιωθαν αυτό το νοσταλγικό στοιχείο στα έργα τους, καθώς και την αντίδραση ενάντια στο ναζιστικό καθεστώς και τον τεράστιο ανθρώπινο πόνο για όσα συνέβαιναν στην Ευρώπη. Το να γράφεις μουσική για το Χόλιγουντ ήταν κατά κάποιον τρόπο «ελαφρύ» έργο, το οποίο φυσικά μπορούσε να τους στηρίξει οικονομικά. Αλλά δεν είμαι σίγουρος πόσο ικανοποιεί την ψυχή σου το να είσαι σοβαρός συνθέτης στην Ευρώπη και μετά να γράφεις μόνο για την κινηματογραφική βιομηχανία για να επιβιώσεις.


Η σύνθεση του κοντσέρτου συνέπεσε με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και με τον θάνατο του πατέρα του συνθέτη. Αυτά τα δύο γεγονότα συνδέονται με τη δημιουργία του έργου;
Πιθανότατα. Όλα τα μεγαλύτερα έργα στην ιστορία της μουσικής γράφτηκαν όταν οι συνθέτες υπέφεραν περισσότερο. Και αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια, μόνο με μουσική. Γιατί εκεί που τελειώνουν τα λόγια, αρχίζει η μουσική. Η απώλεια ενός γονιού είναι ένας από τους μεγαλύτερους πόνους στη ζωή μας.
Στην ίδια συναυλία θα ακούσουμε την 5η Συμφωνία του Γκούσταφ Μάλερ. Γράφτηκε 40 χρόνια πριν το κοντσέρτο, όταν ο Κόρνγκοντ ήταν νήπιο, αλλά ακούγεται πιο καινοτόμο. Σαν το ένα έργο να βλέπει στο μέλλον, το άλλο στο παρελθόν.
Το κοντσέρτο για βιολί ήταν αφιερωμένο στην Άλμα Μάλερ, τη σύζυγο του συνθέτη Γκούσταφ Μἀλερ. Ο Μάλερ ήταν ο μέντορας του Κορνγκόλντ κατά την παιδική του ηλικία. Και πιστεύω ότι αυτή είναι η ισχυρή σύνδεση μεταξύ της Πέμπτης Συμφωνίας, όπου το Adagietto είναι ένα ερωτικό γράμμα του Γκούσταβ προς την Άλμα, αν και μπορεί να ακούγεται τόσο τραγικό, ειδικά αν εκτελεστεί πολύ αργά.
Ως εξάρχων της Συμφωνικής Ορχήστρας του Λονδίνου, θα σας είναι πολύ οικεία και η συμφωνία. Ποιο έργο… προτιμάτε να παίζετε;
Αδύνατη απόφαση. Και τα δύο κομμάτια είναι πολύ διαφορετικά. Η Πέμπτη του Μάλερ έχει βαθύτερο νόημα.
