
Όταν κλείσαμε αυτό το ραντεβού με τον Βύρωνα Φιδετζή σκεφτόμασταν να συζητήσουμε για το μέλλον της Κρατικής Ορχήστρας μας, για την Ελληνική μουσική και γενικότερα τα μουσικά πράγματα της χώρας μας. Εκείνος μας είπε πολύ περισσότερα από ότι ελπίζαμε, και για αυτό τον ευχαριστούμε.
A.X.: Πρώτα απ’ όλα κύριε Φιδετζή θα ήθελα να μιλήσουμε για την ορχήστρα μας. Λέω “μας” γιατί ζώντας στην Αθήνα την έχω παρακολουθήσει από πολύ κοντά αρκετά χρόνια.
Β.Φ: Ωραία, πολύ ευχαρίστως.
A.X.: Θα κάνει κάποια περιοδεία η ΚΟΑ (Κρατική Ορχήστρα Αθηνών) στο εγγύς μέλλον;
Β.Φ: Κάναμε το Σεπτέμβριο μία περιοδεία στη Κύπρο. Στο άμεσο μέλλον η ορχήστρα θα εμφανιστεί σε αρκετά μέρη της Ελλάδος, Θεσσαλονίκη, Πάτμο στο τοπικό φεστιβάλ αλλά και αλλού.
A.X.: Είχαν γίνει κάποιοι κύκλοι παλαιότερα για νέους μαέστρους και νέους σολίστ. Υπάρχει περίπτωση να επαναληφθούν;
Β.Φ: Αυτές οι εκδηλώσεις γίνονταν στο Παλλάς αλλά δυστυχώς τώρα το θέατρο έχει κλείσει. Γίνονται κάποιες εκδηλώσεις με νέους μουσικούς στην AULA του Πανεπιστημίου Αθηνών που έχουν αντικαταστήσει αυτούς τους κύκλους νέων μουσικών. Ελπίζω να μπορέσουμε να μεγαλώσουμε τον κύκλο αυτών των εκδηλώσεων.
A.X.: Τώρα, θα ήθελα να επισημάνω κάτι, η ΚΟΑ δεν ηχογραφεί τόσο συχνά…
Β.Φ: Καθόλου δεν ηχογραφεί
A.X.: Γιατί συμβαίνει αυτό;
Β.Φ: Ευτυχώς, οι συναυλίες των τελευταίων δώδεκα χρόνων είναι ηχογραφημένες γιατί το Μέγαρο κάνει αρχείο κι έτσι υπάρχει ένας αριθμός συναυλιών καθώς επίσης και αρκετές συναυλίες που έχουν γίνει στο Παλλάς. Δυστυχώς η ορχήστρα δεν κάνει καθόλου ηχογραφήσεις. Είναι κρίμα μιας και η Κρατική ορχήστρα έχει φτάσει σε ένα αρκετά υψηλό επίπεδο.
A.X.: Αυτό ακριβώς…
Β.Φ: Αξίζει πιστεύω τον κόπο να δώσει και μία Ελληνική διάσταση ερμηνείας κλασσικών έργων. Γιατί, ας πούμε, οι ‘Aγγλοι παίζουν Μπετόβεν και εμείς να μη μπορούμε να παίξουμε; Το αναφέρω ως παράδειγμα. Τόσους άλλους συνθέτες, Μάλερ ή Μπράμς γιατί να μην μπορούμε να τους ηχογραφήσουμε κι εμείς;
A.X.: Ναι καταλαβαίνω. Σκεφτείτε και το άλλο, η εταιρία Naxos που έχει βγάλει όλες αυτές τις σειρές μεγάλων συνθετών τις έβγαλε με ορχήστρες που δεν ήταν παραδοσιακές δυνάμεις στο χώρο.
Β.Φ: Φυσικά και δεν ήταν μεγάλα ονόματα. Θα σας πω κάτι, είχα πάει στην Ισλανδία και ηχογράφησα Σκαλκώτα με την Ορχήστρα του Ρέικιαβικ, την ενορχηστρωμένη εκδοχή της Κρητικής Γιορτής του Μητρόπουλου από τον Σκαλκώτα για να ακριβολογούμε. Σαν ορχήστρα στο επίπεδο της οργάνωσης πιστεύω ότι εκείνοι βρίσκονταν σε σαφώς ανώτερο επίπεδο. Παρόλα αυτά, σαν προσωπικότητες που την απαρτίζουν σας διαβεβαιώ ότι η Κρατική είναι πολύ καλύτερη. Ειρήσθω εν παρόδω, το ίδιο ισχύει και για την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης.
A.X.: Εννοείται ότι η ποιότητα των μουσικών είναι υψηλότερη, σωστά;
Β.Φ: Ναι ακριβώς αυτό. Δυστυχώς, οι Κρατικές ορχήστρες χάνουν πάρα πολύ σε αυτές τις απαράδεκτες αίθουσες που κάνουν πρόβες.
A.X.: Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα και το οποίο διαιωνίζεται.
Β.Φ: Οι συναυλίες της ΚΟΑ γίνονται με μία πρόβα στην αίθουσα συναυλιών κάτι που είναι μεγάλο μειονέκτημα και ένας που δεν είναι μουσικός δεν μπορεί ίσως να το καταλάβει. Κάθε συναυλία έχει δικές της μουσικές και ακουστικές προδιαγραφές. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: τις προάλλες παίξαμε ένα έργο για πρώτη φορά στην Ελλάδα για τα 100 χρόνια από την γέννηση του Αράμ Χατσατουριάν, την Συμφωνία του αρ.3. Αυτό το έργο δεν μπορεί να παιχθεί αν δεν γίνουν αρκετές πρόβες στην αίθουσα που θα παρουσιαστεί. Βλέπετε, έχει δεκαεπτά τρομπέτες το έργο. Τελικά καταφέραμε κάποια μεσημέρια να κάνουμε μερικές επιπλέον πρόβες στην αίθουσα και έτσι έγινε η συναυλία. Αν είχα βάλει δεκαεπτά τρομπέτες στην αίθουσα δοκιμών στο Ωδείο Αθηνών θα έχανε την ακοή της η μισή ορχήστρα.
A.X.: Έχετε δίκιο.
Β.Φ: Πρέπει να είναι μοναδική περίπτωση να είναι αναγκασμένοι κάποιοι μουσικοί να κάνουν πρόβα με ωτοασπίδες. Αδικούμε τον εαυτό μας σαν ορχήστρα και σαν πολιτιστική παράδοση, αδικούμε τους μουσικούς μας.
A.X.: Αλήθεια υπάρχει κάποιο ανακοινώσιμο νέο σχετικά με την αποπεράτωση της αίθουσας δοκιμών στο Ωδείο Αθηνών;
Β.Φ: Μου είπε τις προάλλες ο κύριος Γαρουφαλής ότι ξεκινάνε τις εργασίες τις επόμενες μέρες.
A.X.: Είναι αυτή η αίθουσα που την φτιάχνουν εδώ και πάρα πολλά χρόνια σωστά;
Β.Φ: Είναι υπό κατασκευή εδώ και σαράντα χρόνια
A.X.: Εγώ θα επανέρθω στο θέμα των ηχογραφήσεων γιατί πιστεύω ότι το να αφήνει μία ορχήστρα έργο ηχητικό πρέπει να είναι μέσα στις άμεσες προτεραιότητες της. Δεν θα υπήρχε η περίπτωση η Κρατική, κατά το πρότυπο άλλων ορχηστρών στο εξωτερικό που έχουν τη δικιά τους εταιρία, να εκμεταλλευτεί τις ηχογραφήσεις της με μία δική της ανεξάρτητη ετικέτα;
Β.Φ: Η οικονομική συγκυρία είναι άσχημη για τέτοια εγχειρήματα όπως θα γνωρίζετε. Το πρόβλημα έχει μεγάλες διαστάσεις, παγκόσμιες, και το χρήμα δεν “σπαταλάται” σε πνευματικές ανησυχίες δυστυχώς. Αν θέλετε τη γνώμη μου, κοιτάξτε τι επήλθε μετά από πενήντα χρόνια αμερικανικής βιομηχανίας ήχου και παράλληλης παρουσίας της λεγόμενης Avante Garde η οποία αυτό που κατάφερε, μιας και έργο δεν άφησε, ήταν να διαλύσει τη μουσική γλώσσα. Μία μουσική γλώσσα που χρειάστηκε εκατοντάδες χρόνια για να αποκτήσει μία νοηματική σχέση με τον άνθρωπο.
A.X.: Παρόλα αυτά, δε νομίζω ότι υπάρχει περίπτωση να εξαφανιστεί το είδος της κλασσικής μουσικής.
Β.Φ: Φυσικά και όχι, αλλά η μουσική ως οργανωμένος ήχος έχει πάει πίσω διότι ο τρόπος της ζωής του κάθε ανθρώπου δεν ευνοεί τον οργανωμένο ήχο. Όλα πρέπει να γίνονται γρήγορα και όσο το δυνατόν πιο συγκεντρωμένα. Λόγου χάρη, μπορείς να πας και να πάρεις τα άπαντα του Μπαχ σε CD και να τα έχεις στο σπίτι σου όπως έχεις τα άπαντα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Είναι μία ουτοπία αυτό γιατί καλό είναι να τα έχουμε αλλά το σημαντικό είναι να γίνουν κτήμα μας και να τα γνωρίσουμε ώστε να μας βοηθήσουν να ωριμάσουμε και να γίνουμε καλύτεροι.
A.X.: Από ότι καταλαβαίνω αυτό που λέτε είναι ότι η μουσική έχει γίνει ηχητική υπόκρουση διαφόρων καθημερινών ενεργειών μας, σωστά;
Β.Φ: Αυτό συμβαίνει. Όσο υπάρχουν αίθουσες συναυλιών εκεί επιβάλλεται εκ των πραγμάτων να προσέξει κάποιος την μουσική αλλά η βιομηχανική αναπαραγωγή του ήχου έφερε μία επανάσταση στη σχέση μουσικής και ανθρώπου. Παλιά ήταν ολόκληρη κοινωνική προσπάθεια διακόσιοι άνθρωποι να μπορέσουν να φτάσουν στο να παίζουν ένα έργο. Έτσι το αποτέλεσμα ήταν ένας ώριμος καρπός που το απολάμβαναν όλοι. Θα σας δώσω ένα άλλο παράδειγμα ευτελισμού της μουσικής, αν πας και πάρεις μία πέτρα από την Ακρόπολη θα σε συλλάβουν. Αν όμως χρησιμοποιείς την ενάτη συμφωνία του Μπετόβεν σε μία διαφήμιση κανένας δε θα σου πει τίποτα. Άρα, μπορεί ο οποιοσδήποτε να ασχημονεί εναντίον της μουσικής χωρίς να έχει καμμία συνέπεια. Η μουσική δυστυχώς είναι ανυπεράσπιστη.
A.X.: Δεν είσαστε καθόλου αισιόδοξος δηλαδή;
Β.Φ: Αντιθέτως, πιστεύω οτι ο άνθρωπος θα τα καταφέρει και θα υπάρξει μία νέα άνθηση, ίσως και μέσω της παγκοσμιοποίησης. Παραδείγματος χάριν, δεν είναι απίθανο στο μέλλον να υπάρχουν ειδήμονες για το έργο του Μάριου Βάρβογλη στη Νέα Ζηλανδία.
A.X.: Πιστεύω ότι υπάρχει και το άλλο που είναι πολύ άσχημο στις μέρες μας, οι εκτελέσεις έργων να είναι σχεδόν πανομοιότυπες. Εσείς τι πιστεύετε γι’ αυτό;
Β.Φ: Κοιτάξτε, εγώ σπούδασα στη Βιέννη και ο δάσκαλος μου, ο Χανς Σβαρόφσκι, ήταν απόλυτος. Γενικά οι κεντροευρωπαίοι έχουν μία μεσσιανική άποψη για τη μουσική τους παράδοση δικαιολογημένη ιστορικά, λόγω των κατακτήσεων του γερμανικού και αυστριακού μουσικού πολιτισμού. Αυτή η απολυτότητα στη σκέψη τους οφείλεται βεβαίως και σε κάποια κοινωνικά και ιστορικά γεγονότα. Η καταστροφή της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας δημιούργησε ένα καημό που κάπως έπρεπε να καλυφθεί, όπως συνέβη αργότερα και με την ήττα της Γερμανίας. Υποκαταστάθηκαν λοιπόν αυτά υπεραναπληρωματικά με πνευματική ανωτερότητα και ο τομέας της μουσικής ήταν αρκετά πρόσφορος. Τώρα βέβαια ανάλογες καταστάσεις παρατηρούμε και σε χωράφια Ελληνικά.
A.X.: Μας ενδιαφέρει άμεσα, συνεχίστε.
Β.Φ: Φτιάχνω ένα κείμενο για τον Σκαλκώτα αυτές τις μέρες και προσπαθώ να δω τα πράγματα όπως είναι και όχι μυθοποιημένα. Ξέρετε, κουβαλάμε κι εμείς κάποια “φορτία ασύγκριτου παρελθόντος” και έτσι επιδιώξαμε κι εμείς να βρισκόμαστε σε περίοπτη θέση στον ευρωπαϊκό πολιτιστικό χώρο. Αυτό προσπαθήσανε να το κάνουνε κάποιοι με την άκριτη υιοθέτηση της Avante Garde αλλά αποδείχθηκε ουτοπία. Αν διαβάσετε τα απομνημονεύματα του Κρένεκ θα δείτε να λέει οτι στη δεκαετία του ’20 οι νέοι συνθέτες προσπαθούσαν να βάλουν όσες περισσότερες διαφωνίες μπορούσαν στα έργα τους, να τα καταστήσουν δηλαδή “μοντέρνα” κατά κάποιο τρόπο μηχανικά. Έτσι κι εδώ, μηχανικά κάποιοι κύκλοι προσπάθησαν να γίνουν ή να εμφανιστούν μοντέρνοι, παρερμηνεύοντας λ.χ. το Σκαλκώτα ή αν θέλετε ερμηνεύοντας την πορεία και το έργο του με επαρχιώτικη – συμπλεγματική μονομέρεια.
A.X.: Ο Σκαλκώτας πώς επηρεάστηκε από το σκηνικό της δεκαετίας του ’20;
Β.Φ: Ο Σκαλκώτας έφυγε από μία Ελλάδα η οποία είχε μπει σε περίοδο κρίσης, ακριβώς πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Έψαχνε λοιπόν μία διέξοδο και προσπάθησε να την βρει σε όλες αυτές τις νέες τεχνικές, τον σειραϊσμό επί παραδείγματι. Ο Σκαλκώτας όμως που ήταν μεγάλος μουσικός δεν το είδε ως παιχνιδάκι, σαν σταυρόλεξο αλλά ως κάτι που είχε εκφραστική δύναμη. Το πρόβλημα είναι οτι δεν μπόρεσε η ίδια η δωδεκαφωνία να επιβιώσει σήμερα. Απόδειξη είναι ότι δεν εντάχθηκαν, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, τέτοιου είδους έργα στο διεθνές ρεπερτόριο.
A.X.: Είναι αλήθεια ότι το έργο του Βέμπερν που παίζεται σήμερα συχνότερα είναι η Passacaglia οpus 1 και το οποίο είναι τονικό.
Β.Φ: Σπουδαίος μουσικός ο Βέμπερν μη με παρεξηγείτε. Όμως κατά την αλλαγή του εγκλωβίστηκε δογματικά στο σύστημα. Δηλαδή, τελικά η πράξη δείχνει ότι η ανθρωπότητα ψάχνοντας σε ένα ορυχείο μουσικό ελπίζοντας να βρει το άπαν του παντός βρήκε ελάχιστα. Ο Σκαλκώτας όμως ήταν διαφορετική περίπτωση. Ήταν Έλληνας και όχι κεντροευρωπαίος. Κουβαλούσε μέσα του και άλλα στοιχεία, αυτά που θα αποκαλούσα στοιχεία του διαχρονικού Ελληνικού ήχου, και βέβαια η μουσική του εμπεριείχε στοιχεία τζάζ και βερολινέζικου καμπαρέ. Εδώ ας αναφέρουμε ότι μεγάλα έργα του είναι τονικά, κάτι που κρατήθηκε στο σκοτάδι χρόνια τώρα και αποκαλύπτεται σιγά – σιγά Φυσικά, τα τονικά αυτά έργα είναι ενδεικτικά της ύστερης τεχνοτροπίας του Σκαλκώτα, με πλούσια αρμονία και με πολλές διαφωνίες.
A.X.: Ο Σκαλκώτας προσπαθούσε να “απαλλαγεί” από αυτή τη βαριά κληρονομιά του δασκάλου του, του Σαίνμπεργκ;
Β.Φ: Ναι, ακριβώς. Τώρα θα βγει και ένας δίσκος στην εταιρία BIS με μόνο τονικά έργα του Σκαλκώτα όπου διευθύνω την Κρητική Γιορτή σε σύνθεση Μητρόπουλου και ενορχήστρωση Σκαλκώτα, τη Θάλασσα, τις Τέσσερις εικόνες, το οποίο είναι μία σκέψη του συνθέτη για τη ζωή στη θάλασσα και τη ζωή στη στεριά και το οποίο ήταν το τελευταίο έργο του Σκαλκώτα που παίχθηκε από την ΚΟΑ υπό τη διεύθυνση του Βαβαγιάννη και με τον συνθέτη παρόντα. Ακόμα, το CD θα έχει ένα Ελληνικό χορό σε ντο ελάσσονα σε πρώτη εκτέλεση που δεν ανήκει στον κύκλο των 36 Ελληνικών χορών.
A.X.: Ευτυχώς που υπάρχει και αυτή η σειρά μιας και κανένας δεν μεριμνά στην Ελλάδα για να διασωθεί ηχητικά το έργο του Σκαλκώτα.
Β.Φ: Ακούστε, δυστυχώς ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται και δεν γνωρίζει. Για να καταλάβετε την διαφορά στη κουλτούρα σας λέω ότι στη Γερμανία υπάρχουν δύο περιοδικά για την όπερα. Το “Orpheus” έχει αφιερώσει κατά καιρούς διάφορα άρθρα στην Ελληνική όπερα. Έκαναν ένα μεγάλο αφιέρωμα οκτώ σελίδων στην Ελληνική όπερα και ασχολήθηκαν συγκεκριμένα με την Βεατρίκη του Μητρόπουλου.
A.X.: Η ηχογράφηση κυκλοφόρησε πρόσφατα αν δεν κάνω λάθος.
Β.Φ: Ναι. Το πρόβλημα στη μουσική μας είναι οτι χάνονται πράγματα λόγω της τεράστιας ολιγωρίας του κράτους, πράγμα που επισημαίνουν οι Γερμανοί στο συγκεκριμένο αφιέρωμα.
A.X.: Τώρα που λέτε για πράγματα που χάνονται, μπορείτε να μας πείτε για να μάθει και ο κόσμος πως βρήκατε κάποιες όπερες του Σαμάρα;
Β.Φ: Το 1983 βρέθηκα στη Κέρκυρα όπου γίνονταν τα εγκαίνια του καινούργιου Δημοτικού Θεάτρου. Μίλησα με την “Αναγνωστική Εταιρία της Κέρκυρας” και συμφωνήσαμε να κάνουμε κάτι Ελληνικό για το Φεστιβάλ της Κέρκυρας. Εγώ πρότεινα τη Ρέα αλλά υπήρχε πρόβλημα να βρεθεί η παρτιτούρα. ‘Aρχισα τότε να ψάχνω και θυμήθηκα που μου είχε πει ο (συνθέτης) Γιώργος Σισιλιάνος ότι ο Σαμάρας ζούσε στην Αθήνα στο κέντρο. Εγώ πήγα στη διεύθυνση που μου είχε δώσει αλλά φυσικά το σπίτι δεν υπήρχε πια. Ρωτώντας έμαθα ότι μία ανιψιά του Σαμάρα ζούσε εκεί κοντά. Τη βρήκα και μου είπε ότι η γυναίκα του Σαμάρα είχε στείλει όλα τα χειρόγραφα του στην Ιταλία γύρω στο 1960 όταν ήταν τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του για να παιχθούν κάποια έργα του σαν φόρος τιμής. Έτσι έγραψα στην Ιταλία και μου τα στείλανε.
A.X.: Ξέρω όμως ότι έχετε βρει και μία όπερα του Σαμάρα σε παλαιοβιβλιοπωλείο, σωστά;
Β.Φ: Ναι, στη Γερμανία σε ένα τέτοιο βιβλιοπωλείο το ’79 βρήκα τις νότες της όπερας La Biondinetta (H Ξανθούλα), η οποία δεν αναφερόταν πουθενά. Το πρόβλημα ήταν ότι η παρτιτούρα είχε πουληθεί στη δημόσια βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, στο τμήμα Ελληνικής μουσικής. Μας εξυπηρέτησαν και μας έστειλαν ένα μικροφίλμ με την παρτιτούρα κι από εκεί έγινε και η φωτοτυπία της. Εμείς, με τη σειρά μας, για να τους ευχαριστήσουμε τους στείλαμε κάποια έργα Ελλήνων συνθετών. Τελικά αποδείχθηκε ότι Η Ξανθούλα ήταν η ίδια όπερα με την άλλη του όπερα Storia d’amore η οποία έγινε Η Ξανθούλα όταν παίχθηκε στη Γερμανία.
A.X.: Ποιές από αυτές τις όπερες κυκλοφορούν σήμερα σε CD;
Β.Φ: Κυκλοφορούν η Ρέα, η Μάρτυς και Η Ξανθούλα. Υπάρχει και άλλη μία όπερα που έχει σωθεί με τον τίτλο Mademoiselle de Belle Isle της οποίας είχε χαθεί η παρτιτούρα της α΄ πράξης. Υπήρχε όμως το υλικό της ορχήστρας με εξαίρεση τα όμποε, τις άρπες και τα τρομπόνια τα οποία έπρεπε να συμπληρωθούν.
A.X.: Το κάνατε εσείς αυτό;
Β.Φ: Ναι, τα συμπλήρωσα. Σας το λέω αυτό γιατί και αυτή η όπερα έχει ηχογραφηθεί αλλά δεν έχει κυκλοφορήσει λόγω έλλειψης χρημάτων.
A.X.: Υπάρχουν και άλλες ηχογραφήσεις που δεν έχουν κυκλοφορήσει για αυτό το λόγο;
Β.Φ: Φυσικά, υπάρχει ηχογράφηση της Ανατολής του Καλομοίρη, έργα του Ριάδη για χορωδία, όλη η μουσική για ορχήστρα του Αξιώτη, Πολιτεία και Μοναξιά του Καλομοίρη και άλλα του έργα, Τα Επινίκια του Σαμάρα για φωνή και ορχήστρα, τα τραγούδια του Λιάλιου για φωνή και ορχήστρα. Το πρόβλημα είναι ότι οι εταιρίες μπορούσαν παλαιότερα να αφιερώσουν και ένα μικρό μέρος του προϋπολογισμού τους για την σοβαρή μουσική αφού είχαν κέρδη από το τραγούδι και από άλλα είδη πιο εμπορικά. Δυστυχώς τώρα οι εταιρίες χειμάζουν και έχουν πρόβλημα.
A.X.: Θυμάμαι σε μία συνέντευξη σας στη τηλεόραση να μιλάτε για ένα έργο του Πετρίδη, το Requiem για τον Αυτοκράτορα και από ότι λέγατε είναι ένα από τα πάρα πολλά Ελληνικά έργα που αξίζουν καλύτερη μοίρα. Υπάρχει περίπτωση να τα ακούσουμε στο εγγύς μέλλον αυτά τα έργα;
Β.Φ: Επίκαιρη η ερώτηση σας γιατί αυτό το καλοκαίρι θα γίνει ένα πολύ σημαντικό έργο του Πετρίδη στο Φεστιβάλ Αθηνών, το ορατόριο Άγιος Παύλος. Θα προσπαθήσουμε να κάνουμε και ηχογράφηση του έργου. Υπάρχει αντικειμενική δυσκολία βέβαια γιατί οι συντελεστές είναι πάρα πολλοί και το ηχητικό αποτέλεσμα μπορεί να μην είναι το καλύτερο. Οι εταιρίες, βλέπετε, το σκέφτονται δύο φορές για να δώσουν χρήματα για κάτι που δεν έχει εγγυημένο αποτέλεσμα.
A.X.: Βλέπετε κάποια λύση στο πρόβλημα των ηχογραφήσεων και των παρουσιάσεων Ελληνικής λόγιας μουσικής;
Β.Φ: Ίσως το Διαδίκτυο να μπορούσε να παίξει καταλυτικό ρόλο. Επί παραδείγματι, για να γίνει μία ηχογράφηση πρέπει να υπάρχουν κάποια χρήματα. Αν σε όλη την Ελλάδα ή ακόμα και σε όλο το κόσμο, υπάρξουν άνθρωποι που θα ήθελαν να ηχογραφηθεί ένα έργο και οι οποίοι θα ήταν πρόθυμοι να δώσουν ένα μικρό ποσό σαν προεγγραφή για την παραγωγή ενός δίσκου, τότε αυτόματα παρακάμπτονται και οι αντιρρήσεις των δισκογραφικών εταιριών. Το Διαδίκτυο μπορεί να δώσει σημαντική βοήθεια στην οργάνωση αυτού του εγχειρήματος μιας και είναι προσβάσιμο από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου και έτσι ο οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται θα μπορεί να ενημερωθεί και να συμβάλλει.
A.X.: Ενδιαφέρουσα πρόταση και αρκετά επαναστατική θα έλεγα.
Β.Φ: Πρέπει με κάποιο τρόπο να γίνει μία αρχή. Μην υποτιμάτε το ενδιαφέρον που μπορεί να υπάρξει και από ανθρώπους του εξωτερικού, Έλληνες αλλά και ξένους φιλόμουσους που θα ήθελαν να βοηθήσουν την Ελληνική μουσική.
A.X.: Έχουμε, πιστεύετε, ολοκληρωμένη άποψη για το εύρος και τη δυναμική της λόγιας Ελληνικής μουσικής στις μέρες μας;
Β.Φ: Σίγουρα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα στις μέρες μας για όσους θέλουν να ακούσουν Ελληνική μουσική. Υπάρχουν αρκετά έργα ηχογραφημένα και σήμερα αν θέλεις να δεις ποιός ήταν ο Σκαλκώτας, ο Καλομοίρης, ο Βάρβογλης και ούτω καθεξής μπορείς να πάρεις μία ιδέα. Το ερώτημα είναι αν είναι αρκετό να διασώζεις δέκα εκπροσώπους, και σημειωτέον όχι όλα τους τα έργα, ενώ μπορείς να διασώσεις θησαυρούς Ελληνικής μουσικής. Μιλάμε πλέον για διάσωση πολιτιστικής κληρονομιάς.
A.X.: Παλαιότερα, από ότι ξέρω, τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Οι Έλληνες μουσικοί και μαέστροι έπαιζαν περισσότερη Ελληνική μουσική από ότι σήμερα σωστά;
Β.Φ: Ναι, και είναι κρίμα να μην αναφέρονται και να μην μνημονεύονται μαέστροι που έκαναν τόσα πολλά για την Ελληνική μουσική. Ο Καραλίβανος, ο Ζώρας, ο Λυκούδης, ο Βαβαγιάννης, ο Κολάσης, ο Παρίδης, ο Ευαγγελάτος, ο Σόλωνας Μιχαηλίδης και άλλοι έδωσαν τρομερή βοήθεια στην Ελληνική μουσική.
A.X.: Και κάτι τελευταίο, ποιά είναι τα άμεσα σχέδια σας εκτός της ΚΟΑ;
Β.Φ: Διευθύνω κάποιες παραστάσεις της Κάρμεν στη Λυρική σκηνή, ύστερα πηγαίνω στη Θεσσαλονίκη όπου διευθύνω ένα έργο του Αξιώτη και κατόπιν πηγαίνω στη Ρουμανία.
A.X.: Ωραία, σας εύχομαι κάθε επιτυχία.
Β.Φ: Σας ευχαριστώ πολύ.