
Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε με μια μουσική προσωπικότητα η οποία κατά τη διάρκεια της ζωής της ήταν θέμα ταμπού να συζητηθεί ή να κριθεί από οποιονδήποτε στην πρώην Σοβιετική Ένωση. “Ήταν κάποιος που δεν θα συζητιόνταν”, λέει ο Alexander Barantschik, πρώην βιολονίστας της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λένινγκραντ, “εάν ήταν καλός ή κακός. Ήταν πέραν απ’ όλα αυτά, ήταν ένας θεός”. Υπήρξε μια τόσο ισχυρή προσωπικότητα που κατάφερε να επιζήσει και προπάντων να δημιουργήσει, να εξελιχθεί και να μείνει στην ιστορία της Ρώσικης μουσικής του προηγούμενου αιώνα. Βιώνοντας ένα μεγάλο πλήγμα το 1917, όπως λέει και ο ίδιος, δεν έπαψε ποτέ να υπηρετεί τη μουσική και την πατρίδα του, από τα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του έως το τέλος της ζωής του.
Ο Yevgeny Mravinsky γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη στις 4 Ιουνίου 1903 σε οικογένεια μουσικών και μουσικόφιλων. Πήρε τα πρώτα του μαθήματα στο πιάνο σε ηλικία 6 χρονών, την ίδια εποχή που επισκέφθηκε για πρώτη φορά το Θέατρο Mariinsky και παρακολούθησε το μπαλέτο ‘Η Ωραία Κοιμωμένη’ του Tschaikowsky. Όπως και πολλοί άλλοι Ρώσοι μουσικοί, ο Mravinsky αρχικά στόχευε σε μια ακαδημαϊκή καριέρα μιας και τον είχαν απορροφήσει οι φυσικές επιστήμες. Σπούδασε βιολογία στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, αλλά μετά το θάνατο του πατέρα του διέκοψε τις σπουδές του το 1920. Για να μπορέσει να επιβιώσει, εργάστηκε ως πιανίστας στις πρόβες του Αυτοκρατορικού Μπαλέτου. Το 1923 εισήχθη στο περίφημο Ωδείο του Λένινγκραντ όπου σπούδασε διεύθυνση με τον Alexander Gauk και τον Nikolai Malko, και σύνθεση με τον Vladimir Scherba-chev. Απεφοίτησε το 1931 και εγκατέλειψε τη δουλειά του στο Αυτοκρατορικό Μπαλέτο για να αναλάβει τη διεύθυνση της Όπερας Bolshoi από το 1931 μέχρι το 1937, και κάποιες φορές από το 1934 των Μπαλέτων Kirov. Ο νεαρός μαέστρος έκανε συνεχώς εντύπωσε με κάθε του συναυλία και τον καλούσαν όλο και πιο συχνά να διευθύνει άλλα σύνολα. Τα έργα που εκτόξευσαν τη φήμη του Mravinsky όλο και περισσότερο ήταν εκείνα του Tschaikowsky. Όσοι τον άκουσαν να διευθύνει μπαλέτα, συμφωνίες ή όπερές του έμεναν κατάπληκτοι από τις ερμηνείες του. Η μουσική του Tschaikowsky είχε πάρει τελείως νέες διαστάσεις υπό τη μπαγκέτα του Mravinsky1. Ο υπερβολικός συναισθηματισμός είχε εξαφανιστεί, οι μελωδίες αποκτούσαν πρόσθετη δύναμη και ολόκληρες οι συνθέσεις γινόντουσαν πολύ πιο καθαρές και μελωδικές2.
Το φθινόπωρο του 1938 ο Mravinsky έλαβε μέρος στον 1ο Εθνικό Διαγωνισμό Μαέστρων της Ε.Σ.Σ.Δ. Το πρόγραμμα ήταν υπερβολικά πολύπλοκο και παρόλο που οι συμμετέχοντες ήταν όλοι επιλεγμένοι και καθένας τους ήταν ξεχωριστός, λίγοι ήταν αυτοί που κατάφεραν να φθάσουν μέχρι τους τελικούς. Στον 3ο γύρο φάνηκε καθαρά ότι τη νίκη θα έπαιρνε ο νεαρός Yevgeny. Αφού ανακοινώθηκε ο νικητής, μεταξύ των προσφορών και των συμβολαίων που του πρότειναν ήταν και η θέση του μόνιμου αρχιμουσικού της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λένινγκραντ. Βεβαίως το να αναλάβει κανείς μια τέτοια θέση είναι περισσότερο πρόκληση παρά πρόσκληση. Ο 35χρονος μαέστρος με την αξιοζήλευτη νέα θέση που του προτάθηκε μπήκε αμέσως σε σκέψεις διότι έχοντας ήδη διευθύνει στο παρελθόν την ορχήστρα αυτή ήξερε πόσο δύσκολο θα ήταν για έναν νεαρό να εργαστεί με την καλύτερη ορχήστρα της χώρας, της οποίας οι μουσικοί ασφαλώς και γνώριζαν την αξία τους και οπωσδήποτε δεν θα ήταν εύκολο να συμβιβασθεί κανείς μαζί τους. Παίρνοντας τη μεγάλη αυτή απόφαση, εγκατέλειψε τελικά τις θέσεις στο Μπαλέτο και στην Όπερα και ανέλαβε μόνιμος αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ· θέση που κράτησε μέχρι τον θάνατό του, δηλαδή για 50 χρόνια3, αγνοώντας θέσεις που του πρότειναν από το εξωτερικό. Ο Mravinsky, με τη δύναμη του ταλέντου του και τις εξαίρετες πρόβες του κατάφερε να κερδίσει την αγάπη και την εμπιστοσύνη των μουσικών. Ασφαλώς βοήθησε πολύ και η προσωπικότητά του μιας και κυριαρχούσαν τα στοιχεία της βαθιάς πίστης στη μουσική και στο Θεό, της απόλυτης βεβαιότητας σε οτιδήποτε έκανε, της επιβλητικότητάς του, αλλά και του ζεστού εσωτερικού του κόσμου4. Έχοντας να μελετήσει ένα υπερμέγεθες συμφωνικό ρεπερτόριο μέσα σε λίγους μήνες, ο Mravinsky διάβαζε μέρα-νύχτα. Οι φίλοι του τρόμαξαν από την υπέρογκη αυτή πίεση και φοβήθηκαν μήπως στο τέλος έχει αντίκτυπο στην υγεία του, αλλά ο ατσάλινος Mravinsky τα κατάφερε μια χαρά, και πριν καν το καταλάβει ο ίδιος, ταξίδευε στους απέραντους ωκεανούς της συμφωνικής μουσικής με μία από τις πιο ζωντανές ορχήστρες του κόσμου.
Δυστυχώς όμως η χώρα και οι άνθρωποί της χτυπήθηκαν για άλλη μια φορά, το 1941, όταν οι Γερμανοί εισέβαλαν στις 22 Ιουνίου. Κινήθηκαν γρήγορα και πολύ σύντομα έφθασαν στα δυτικά προάστια της πόλης. Οι Αρχές προσπαθούσαν να απομακρύνουν εργοστάσια, θέατρα, βιομηχανίες και μουσεία. Η ορχήστρα στάλθηκε στη Σιβηρία και εγκαταστάθηκε στο Novosibirsk. Η τοπική κυβέρνηση του Λένινγκραντ, που δεν είχε ποτέ πριν δική του ορχήστρα5, πρότεινε στον Mravinsky να προσπαθήσει να παίζει ευκολότερη μουσική αλλά χωρίς να υπάρξει η παραμικρή ύφεση στο υψηλό μουσικό τους επίπεδο. Εκείνος έκανε τη νέα αρχή με την 5η Συμφωνία του Schosta-kowitsch…
Στις 9 Ιουνίου 1942 ο Mravinsky αποκάλυψε την 7η Συμφωνία του Schostakowitsch, γνωστή με τον τίτλο ‘Leningrad’, στην ορχήστρα του και στο κοινό. Ο συνθέτης που μέχρι τότε την είχε ακούσει μόνο μία φορά από τον μαέστρο που έκανε την πρεμιέρα, συγκλονίστηκε από την ερμηνεία του Mravinsky. “Η προσοχή του στη λεπτομέρεια και στην καλλιτεχνία είναι πραγματικά απίστευτη!”, εξέφρασε ο συνθέτης. “Τόσους πολλούς μήνες που βρίσκονται μακριά από την πόλη μας, η ορχήστρα όχι μόνο κατάφερε να διατηρήσει τις καλύτερες ποιότητές της, αλλά επίσης πρόσθεσε κιόλας σε ότι ήδη είχαν!” Η Συμφωνία παίχθηκε 4 φορές μέσα σε μία εβδομάδα. Αυτά τα 3 χρόνια που βρίσκονταν στη Σιβηρία, ο Mravinsky με την ορχήστρα του έδωσαν συνολικά 538 συναυλίες τις οποίες παρακολούθησαν περισσότεροι από 400.000 άνθρωποι. Επίσης, μεταδόθηκαν περισσότερες από 200 συναυλίες από το ραδιόφωνο.
Το Σεπτέμβριο του 1944 ο Mravinsky και η ορχήστρα του επέστρεψαν στο Λένινγκραντ όπου όλοι τους περίμεναν για να εκτιμήσουν και να απολαύσουν τις ραγδαίες βελτιώσεις και προόδους τους. Τον Φεβρουάριο του 1946 η ορχήστρα έκανε την πρώτη της εμφάνιση έξω από τη Ρωσία. Διοργανώθηκαν 9 συναυλίες στη Φινλανδία όπου πουλήθηκαν σε σύντομο διάστημα όλα τα εισιτήρια και οι εφημερίδες έγραψαν εγκωμιαστικά σχόλια που τίμησαν και την ορχήστρα και το Λένινγκραντ.
Παράλληλα με τα μουσικά γίγνεσθαι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά που συζητάμε πραγματοποιούνταν σε μια χώρα όπου δέσποζε σε ακραίο βαθμό η πολιτική. Στον τομέα αυτόν, o Mravinsky δεν έδειξε ποτέ κανένα ενδιαφέρον. Παρά την αγάπη και τη συμπόνια που ένοιωθε για την πατρίδα του, ποτέ δε συμμερίστηκε ή πίστεψε πως η πολιτική του Στάλιν στόχευε σε κάποια πρόοδο της Ρωσίας· αλλά και ποτέ όμως δεν έθιξε κάποιο ζήτημα που να προκαλέσει αντιδράσεις από οποιονδήποτε. Μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις, και σε πολύ στενούς φίλους, θα άνοιγε κάποια τέτοια συζήτηση. Ο Mariss Jansons, που υπήρξε και βοηθός του Mravinsky για 14 περίπου χρόνια, λέει ότι, “Ήταν ένας αληθινός μουσικός και όταν έκανε κάτι, το έκανε για τη μουσική και όχι για τον εαυτό του ή για να δείξει τις δυνάμεις του. Ο στόχος του ήταν πάντοτε πολύ υψηλό επίπεδο μουσικής δημιουργίας. … Παρόλο που σε καθεστώτα όπως αυτό που έζησε ο Mravinsky, όλα τα άτομα που κατείχαν υψηλές θέσεις, σχεδόν πάντα, ήταν και μέλη κομμάτων ή παρατάξεων, ο Mravinsky κατάφερε να μην αναμειχθεί ποτέ.” Με τον τρόπο αυτό παρέμενε ουδέτερος απέναντι στην πολιτική αλλά παράλληλα προστατευόταν κιόλας διότι όλοι ήξεραν πόσο σημαντικός ήταν για την τότε Σοβιετική Ρωσία6.
Το 1954 ο Mravinsky ονομάστηκε ‘Artist of People of U.S.S.R.’, και το 1973 έλαβε το παράσημο ‘Hero of Socialist Labor’. Όμως η διεθνής αναγνώριση δεν ήρθε λόγω των παρασήμων, αλλά λόγω των ερμηνειών του σε έργα του Mozart, του Beethoven, του Bruckner, του Wagner, του Sibelius, του Stravinsky, και φυσικά οποιουδήποτε Ρώσου ή Σοβιετικού συνθέτη. Η φήμη του εξαπλώθηκε κυρίως με τις μεταθανάτιες κυκλοφορίες της Melodiya και της BMG Classics το 1995 με το έργο του από τη δεκαετία του 40 μέχρι και του 80.
Εκτός από τον ίδιο τον Mravinsky, θρυλικές ήταν και οι πρόβες του. Αυστηρές, πιστές, απόλυτα συγκεντρωμένες και με τρομερή απόδοση των μουσικών7. Στις συναυλίες ήταν όλοι τεχνικά ακριβείς, άψογοι στις λεπτομέρειες και η ορχήστρα ήταν πολύ λεπτά χρωματισμένη δίνοντας πρωτίστως βάση στην ακέραιη απόδοση των έργων. Ο τρόπος που διάβαζε είχε σε μεγάλο βαθμό ένταση, πειθαρχεία, και – παρά τις δύσκολες πρόβες – αυθορμητισμό. Στη Δύση, ο Mravinsky ήταν κυρίως διάσημος ως ερμηνευτής του Schostakowitsch (του οποίου τις Συμφωνίες αρ.5, 6, 8, 9, 10 και 12 έκανε τις πρεμιέρες) και του Tschaikowsky. Υπό τη διεύθυνση του Mravinsky η Φιλαρμονική του Λένινγκραντ αναγνωρίστηκε ως μία από τις καλύτερες ορχήστρες του κόσμου, παρότι ο κόσμος είχε ελάχιστες ευκαιρίες να την ακούσει πέραν από τη σπάνια περιοδεία (περίπου 30 συναυλίες μέσα σε 25 χρόνια), κάποιες αχνές Σοβιετικές ηχογραφήσεις, και τις ελάχιστες αλλά καταπληκτικές ηχογραφήσεις για τις εταιρείες Deutsche Grammophon και, προς το τέλος, Erato.
Οι βιντεοσκοπήσεις που υπάρχουν με τον Mravinsky μας φανερώνουν έναν μαέστρο γεμάτο φλόγα και ενέργεια. Στο πόντιουμ δείχνει πολύ συγκρατημένος βγάζοντας με πολύ καθαρές, συμπαγής και απλές κινήσεις το μέγιστο από την ορχήστρα. Πειθαρχημένος λεπτολόγος, ο Mravinsky ήξερε πάντα τι ήθελε. Ποτέ δεν ήταν εύκολος με τους μουσικούς, αλλά ακόμη λιγότερο με τον εαυτό του. Κατά τα τελευταία του χρόνια, ο γκριζομάλλης ‘δικτάτορας’ διηύθυνε καθιστός σε μια ψηλή καρέκλα, αλλά ποτέ κανείς δεν το είδε αυτό ως σημάδι αστάθειας ή αδυναμίας. Πάντα παρέμεινε ο επιβλητικός γίγαντας που θαύμαζαν και λάτρευαν όλοι, ιδίως η ορχήστρα του.
Ο Mravinsky αντιπροσωπεύει την τελειότητα, όσο αυτή μπορεί να εννοηθεί, της Ρωσικής Σχολής Διεύθυνσης, στην οποία τεχνική ακρίβεια και πιστότητα της μουσικής συνδυάζονται με ιδιαίτερα ξεχωριστή και ρομαντική ερμηνεία. Η μαγεία του Mravinsky βρίσκεται δίχως καμία αμφιβολία στις ερμηνείες των έργων του Tschaikowsky και των Συμφωνιών του Schostakowitsch. Ιστορικές επίσης είναι και οι ηχογραφήσεις του στα έργα των μεγάλων κλασικών και ρομαντικών, και φυσικά των υπολοίπων συμπατριωτών του συνθετών. ‘Aφησε την τελευταία του πνοή στην Αγ. Πετρούπολη στις 19 Ιανουαρίου 1988.
Mravinsky και Schostakowitsch
Στις 21 Νοεμβρίου 1937 υπήρχε ένα ξεχωριστό κλίμα, μία ατμόσφαιρα πρεμιέρας στην φωτισμένη αίθουσα της Φιλαρμονικής του Λένινγκραντ. Η ορχήστρα έπαιζε το νέο έργο του Dmitri Schostakowitsch, τη 5η του Συμφωνία. Ο 31 έτους συνθέτης ήταν ο αγαπημένος των μουσικόφιλων της πόλης οι οποίοι είχαν ήδη συνηθίσει να ακούνε όλα τα μεγάλα έργα του στην ίδια αίθουσα από την τους καλύτερους μαέστρους που θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί. Απλά φανταστείτε την έκπληξή τους μόλις είδαν το όνομα ενός ελάχιστα γνωστού Yevgeny Mravinsky να διευθύνει τη Φιλαρμονική στη πρεμιέρα του πιο πρόσφατου έργου του Schostakowitsch…
“Mravinsky… Δεν το έχω ακουστά το όνομα… Είναι από τη Μόσχα;”
“Όχι, είναι ο ανιψιός της διάσημης ντίβα στο Θέατρο Mariinsky, Yevgeniya Mravinskaya8. Κυριολεκτικά μεγάλωσε εκεί μέσα και εκεί είναι που διευθύνει τώρα…”
“Πρέπει να είναι πολύ καλός για να διευθύνει στο Mariinsky… Πόσο χρονών είναι;”
“Γύρω στα 30 πρέπει να είναι… Και ιδιαίτερα αγαπητός κιόλας, ψηλός, κατακόρυφος με μεγαλόπρεπο κεφάλι, μακριά χέρια και λαξευμένα δάκτυλα… Οι κινήσεις του είναι όλες τόσο ακριβείς και λακωνικές… Μοιάζει με ασκητή αλλά η μουσική του ακούγεται τόσο πλούσια και διεισδυτική…”
“Ακόμη απορώ πως τόλμησα να αναλάβω ένα τόσο πολύπλοκο γεγονός χωρίς κανέναν δισταγμό,” λέει ο Mravinsky μετά από 30 χρόνια. “Εάν συνέβαινε τώρα σίγουρα θα έσπαγα το κεφάλι μου κάνοντας πολλές δεύτερες σκέψεις και δεν είμαι σίγουρος αν θα το αναλάμβανα και πάλι… Ρισκάριζα όλη τη φήμη μου, και ακόμη περισσότερο, τη αξιολόγηση μιας καινούργιας σύνθεσης που δεν είχε ακούσει κανείς ποτέ πριν… Η μόνη μου δικαιολογία ήταν το νεαρό της ηλικίας μου, το ότι ήμουν ανίδεος από προβλήματα που θα συναντούσα, από την ευθύνη την οποία αναλάμβανα…”.
Υπήρχε βέβαια ένα ακόμη πρόβλημα το οποίο ο Mravinsky θα μπορούσε να λάβει υπ’ όψιν του. Μέχρι το φθινόπωρο του 1937, ο Schostakowitsch είχε εξασθενίσει, νοιώθοντας ακόμη το επίσημο χτύπημα που δέχθηκε τον Ιανουάριο του 1936 όταν οι Σοβιετικές Αρχές εξαπέλυσαν μία κακοήθης εκστρατεία εναντίον του βλάπτοντάς τον σοβαρά στον Τύπο. Για τον λόγο αυτό η σημασία της επιτυχίας ή αποτυχίας του νέου του έργου θα ήταν καθοριστική για την μετέπειτα πορεία του9. Η 5η Συμφωνία πέτυχε μια πολύ καλή αρχή και από την πρώτη μέρα έγινε ένα από τα πιο συχνά παιγμένα έργα του ρεπερτορίου του Mravinsky. Τη διηύθυνε περισσότερες από 100 φορές στο Λένινγκραντ, στη Μόσχα και οπουδήποτε αλλού μέσα και έξω από τη Ρωσία. Η ερμηνεία του έχει μείνει ιστορική από την πρεμιέρα της Συμφωνίας η οποία ήταν και η αρχή μιας στενής φιλίας μεταξύ του Mravinsky και του Schostakowitsch, μια αμοιβαία φιλία που κράτησε μέχρι το θάνατο του συνθέτη.
Στα γραπτά του ο Schostakowitsch σημειώνει, “Το ταλέντο του Yevgeny Mravinsky είναι ζωηρό, ορμητικό και πρωτότυπο. Το προσωπικό στυλ που έχει όταν διευθύνει τον ξεχωρίζει αμέσως από τους άλλους μαέστρους. Πρέπει να προσθέσω ότι αυτή του η επίδοση δεν είναι προϊόν ταλέντου και μόνο. Είναι το αποτέλεσμα της σοβαρής δουλειάς ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Ο Mravinsky δεν παραμελεί την τεχνική και κατά συνέπεια πετυχαίνει εκπληκτικά αποτελέσματα. Η εκτεταμένη προεργασία που πάντοτε κάνει σε οποιοδήποτε έργο αναλαμβάνει, τον βοηθά να το κατανοήσει βαθύτερα και καλύτερα.”…
… “’λλο χαρακτηριστικό του είναι πως έχει φοβερές απαιτήσεις από τον εαυτό του.” Τον ρώτησα κάποτε: “Απ’ όσα έργα έχεις διευθύνει, ποιο νομίζεις πως ήταν η μεγαλύτερή σου επιτυχία;”. Μου απάντησε: “Αυτό το έργο δεν το έχω διευθύνει ακόμα”. “Αυτή την άρνηση να ικανοποιηθεί με ό,τι έχει ήδη κατορθώσει, αυτή την επιθυμία να πηγαίνει πάντα μπροστά, θα έπρεπε να την αισθάνεται κάθε πραγματικός καλλιτέχνης”…
Πραγματικά, όταν σκεφτεί κανείς τα τελευταία αυτά λόγια του Schostakowitsch σκέπτεται αν σήμερα οι μουσικοί νοιώθουν την ίδια επιθυμία και αν αντιμετωπίζουν τη μουσική όπως της αξίζει. Πάντως στο θέμα των σχέσεων μεταξύ μαέστρων και ορχηστρών, δυστυχώς ή ευτυχώς, οι σχέσεις έχουν αλλάξει ριζικά. Η χρονική πίεση που δέχονται σήμερα όλοι καταλήγει συνήθως να είναι εις βάρος οποιωνδήποτε ενεργειών τους. Πλεονεκτήματα όπως αυτά που είχε ο Mravinsky υπάρχουν σπάνια σήμερα αλλά τουλάχιστον μπορούμε να νοιώθουμε κι εμείς προνομιούχοι αφού μπορούμε να απολαμβάνουμε όλους αυτούς τους Τιτάνες της Μουσικής των προηγούμενων δεκαετιών.
Για τον παρόν άρθρο χρησιμοποιήθηκαν κείμενα ή μέρη αυτών από:
- το λήμμα του λεξικού: “The Concise Baker’s Biographical Dictionary of Composers & Musicians”, του Nicolas Slonimsky, 1988, ed. Schirmer Books, A Division of Macmillan, Inc.
- το βιβλίο: Ντμίτρι Σοστακόβιτς – Για τον ίδιο και την εποχή του, επιλογή και παρουσίαση κειμένων L. Grigoriev, G. Platek, μτφ. Νίκος Σαραντάκος, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1985
- τον οπτικό ψηφιακό δίσκο: “Yevgeny Mravinsky – Soviet Conductor, Russian Aristocrat” από το classic archive της ΕΜΙ CLASSICS.
- τον οπτικό ψηφιακό δίσκο: “The Art of Conducting – Legendary Conductors of a Golden Era” της εταιρείας TELDEC.
- το άρθρο: “Yevgeny Mravinsky” της Olga Fyodorova στη ‘Φωνή της Ρωσίας’, 2002.
1 Ο μαέστρος Mariss Jansons αναφέρει ότι, “ο Mravinsky προσέγγισε τον Tschaikowsky με κλασικό τρόπο. Εκείνος ανέπτυξε το στυλ, και η πλειοψηφία των Ρώσων μαέστρων συνεχίζουν τη δική του γραμμή. Αυτή ήταν η κλασική ερμηνεία του Tschaikowsky αλλά χωρίς να χάνει το έντονο συναίσθημα, τον παθιασμένο ρομαντισμό μέσα στη κλασική αυτή δομή.”
2 Εδώ αξίζει να πούμε μια ιστορία που αναφέρεται στον Karajan και την 5η Συμφωνία του Tschaikowsky. Κάποτε, ο διάσημος Herbert von Karajan ηχογράφησε τη 5η Συμφωνία του Tschaikowsky και πίστευε πως του άρεσε αρκετά το αποτέλεσμα. Κατόπιν ζήτησε από τον μάνατζερ της ορχήστρας να του βρει μια ηχογράφηση με τον Mravinsky και την ορχήστρα του. “‘Ακουσα ότι έκανε καλή δουλειά όταν την έπαιξε,” είπε χαμογελώντας ο Karajan. Ακούγοντας 3 φορές όλη νύχτα την ερμηνεία του Mravinsky, ο Karajan τηλεφώνησε στο στούντιο το επόμενο πρωί και ζήτησε να σβήσουν τη δική του ηχογράφηση. Από τότε, ούτε που ξανάγγιξε τη Συμφωνία αυτή.
3 Περιπτώσεις μαέστρων, όπως αυτής του Mravinsky, υπήρξαν ελάχιστες στην ιστορία. Πραγματικά, λίγοι ήταν οι μαέστροι που παρέμειναν αρχιμουσικοί της ίδιας ορχήστρας για πολλά χρόνια. Δύο εξίσου σημαντικές περιπτώσεις λόγω της μακρόχρονης ‘θητείας’ τους ήταν ο Willem Mengelberg (1871-1951) με την Concertgebouw Orchestra και ο Eugene Ormandy (1899-1985) με την Philadelphia Orchestra.
4 Η βιολονίστρια Liudmila Odintsova, θυμάται σε μια συζήτηση για τον Mravinsky, “Ο Mravinsky έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή μου γιατί όταν μπήκα στην ορχήστρα ήμουν μια καλή βιολονίστρια αλλά πραγματική μουσικός έγινα μόνο με τον Mravinsky.”
5 Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αγίας Πετρούπολης, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, έχει μία αρκετά μεγάλη ιστορία που ξεκινά από τις αρχές του 19ου αιώνα. Από το 1882 και μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν ένα μουσικό σύνολο που εξυπηρετούσε μόνο αριστοκρατικούς κύκλους. Με την επανάσταση, στις 19 Οκτωβρίου 1917, η ορχήστρα έγινε για πρώτη φορά κρατική και τον επόμενο χρόνο ενσωματώθηκε στη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Πέτρογκραντ, που στη συνέχεια αποτέλεσαν τον πρώτο μεγάλο μουσικό οργανισμό στην Ε.Σ.Σ.Δ. Την ορχήστρα τότε διηύθυναν οι πιο γνωστοί μαέστροι της Ευρώπης, φυσικά και της Ρωσίας, μεταξύ των οποίων ο Klemperer, ο Kleiber, ο Malko, ο Glasunov, ο Koussevitsky και ο Knappertsbusch.
6 Παρόμοια σκέψη και αντιμετώπιση είχε κι ο πιανίστας Sviatoslav Richter. Ούτε αυτός ενδιαφέρθηκε ποτέ για την πολιτική. Αγαπούσε την πατρίδα του, ήθελε να ζει εκεί και απλά να παίζει μουσική χωρίς να ενοχλείται από κανέναν για τέτοιου είδους θέματα. Οι περιπτώσεις αυτές, όπως είπαμε και πριν, ήταν πολύ σημαντικές για την Σοβιετική Ρωσία διότι ανέδειχναν τη χώρα σε διεθνές επίπεδο. Το να συγκρούεται λοιπόν η πολιτική με τέτοιες καλλιτεχνικές προσωπικότητες δεν ήταν προς συμφέρον της Ρωσίας.
7 Αν ο Toscanini και o Reiner έχουν μείνει ως απολυταρχικοί, τότε ο Mravinsky ήταν ένας δικτάτορας απέναντι στην ορχήστρα του. Ο έλεγχος που ασκούσε ήταν ολοκληρωτικός και κάλυπτε όλες τις πλευρές της μουσικής και των μουσικών. Εάν κάποιος αργούσε στη πρόβα 5 λεπτά, τον έδιωχνε για 2 εβδομάδες. Εάν κάποιος αντιδρούσε σε οτιδήποτε σχετικά με την εργασία τους ως σύνολο δε δίσταζε να τον αποβάλλει, κι αυτό ήταν ένα μεγάλο πρόβλημα για έναν μουσικό διότι ήταν πολύ δύσκολο να βρει δουλειά κάπου αλλού. Όμως, παρά τις συνθήκες αυτές και χωρίς να πιέζεται χρονικά από χορηγούς, είχε στη διάθεσή του όσες πρόβες ήθελε και είχε την ελευθερία και τη δυνατότητα να απαιτεί και να απορρίπτει οτιδήποτε πίστευε ότι θα ήταν καλύτερο για τη μουσική αλλά και για τους μουσικούς του. Κατά βάθος οι ίδιοι οι μουσικοί ήξεραν γιατί έπρεπε να τηρεί μια τέτοια στάση απέναντί τους και εκτιμούσαν τη θέση τους ως το καλύτερο μουσικό σύνολο της Ρωσίας και επίσης το προνόμιο να ταξιδεύουν στο εξωτερικό, προνόμιο που ελάχιστοι υπήκοοι είχαν τότε.
8 Η θεία του, γνωστή με το όνομα Mravina, ήταν αναγνωρισμένη σοπράνο στην Ευρώπη την οποία μάλιστα λάτρευε πάρα πολύ και ο Tschaikowsky.
9 Παρά τους φρικτούς χαρακτηρισμούς της Pravda, ο ταπεινός Schostakowitsch γράφει ως υπότιτλο στην Συμφωνία αυτή “η πρακτική, εμπνευσμένη απάντηση ενός Σοβιετικού καλλιτέχνη στη δικαιολογημένη κριτική”, προσπαθώντας να εξιλεωθεί για την όπερα ‘Lady Macbeth of the Mtsensk District’, η οποία κατηγορήθηκε ως ‘αριστερίζουσα’.